Γράφει η Περσεφόνη Χρυσαφίδου.
Με αφορμή το επερχόμενο gay pride που θα πραγματοποιηθεί το Σάββατο στην Αθήνα, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έχουν πάρει φωτιά, με σχόλια ποικίλης σημασίας, άλλα εύστοχα, άλλα άκρως ρατσιστικά και κάποια άλλα να φλερτάρουν πότε με τη μία και πότε με την άλλη πλευρά. Εν έτει 2018, δε θά’πρεπε να θεωρείται παράλογο το γεγονός, πως κάποιοι άνθρωποι διαδηλώνουν για να κατοχυρώσουν δικαιώματα, που θεωρούνται αυτονόητα σε μία άλλη μερίδα ανθρώπων.
Καθημερινά, έχοντας ως όπλο την ελευθερία έκφρασης και λόγου, “διαδηλώνουμε” με τον δικό μας τρόπο, για να καταφέρουμε να υπερασπιστούμε όσα πιστεύουμε πως δικαιωματικά μας ανήκουν. Η διαφορετικότητα, ωστόσο, δεν είναι εύκολα αποδεκτή, όσο κι αν παλεύουμε γι’αυτήν, όσο κι αν ενημερωνόμαστε σχετικά, όσο πεπαιδευμένοι κι αν θέλουμε να θεωρούμε τους εαυτούς μας. Η γλώσσα των ημιμαθών, δήθεν διανοούμενων, τρέχει να κατακεραυνώσει όσους ανήκουν έξω από αυτό, που οι ίδιοι έχουν ορίσει ως φυσιολογικό.
Όσο παράλογο, λοιπόν, κι αν φαίνεται στα μάτια αυτών των, επιλεκτικά δημοκρατικών, ανθρώπων, η αγάπη δεν βάζει ρήτρα. Δεν έχει φύλο, δεν κοντοστέκεται στο χρώμα, δεν είναι θρησκόληπτη και γενικότερα δεν έχει φραγμούς. Και όπως δεν μπορείς να υποδείξεις σε κάποιον άνθρωπο το πώς επιλέγει ή δεν επιλέγει να ζήσει, ακριβώς δεν μπορείς να τον αποτρέψεις από το να υπερασπίζεται και να προασπίζει τα δικαιώματά του, καθώς και να διαδηλώνει για να εξισωθεί με την υπόλοιπη κοινωνία. Μπορείς σίγουρα να τον κρίνεις, μα πριν το κάνεις, κοίτα να έχεις κρίνει πρώτα εσένα, που ορίζεις το άτομό σου ως φυσιολογικό.
Σκέψου πόσο φυσιολογικό είναι να χτυπάς το παιδί σου που, σύμφωνα με τη δική σου γνώμη, μεγαλώνει φυσιολογικά με έναν πατέρα και μία μητέρα. Σκέψου πόσο φυσιολογικό είναι να απατάς τον/την σύντροφό σου, γιατί είσαι ανίκανος να παραδεχτείς ότι είσαι κάτι άλλο. Σκέψου πόσο φυσιολογικό είναι να επισκέπτεσαι κάθε Κυριακή την εκκλησία της γειτονιάς σου, να πιστεύεις στον Θεό σου και να διατυμπανίζεις έπειτα ότι η αγάπη και η αποδοχή έχουν προϋποθέσεις. Σκέψου πόσο φυσιολογικό είναι να θεωρείς πως εσύ είσαι άνθρωπος, μα ο Αλβανός γείτονάς σου όχι.
Κι όταν τα σκεφτείς όλα αυτά και καταφέρεις να τα επεξεργαστείς, θα δεις πως ο λιγότερο φυσιολογικός της ιστορίας είσαι εσύ, γιατί εσύ είσαι κάτι που ούτε ο ίδιος μπορεί με ακρίβεια να προσδιορίσεις. Ένας λίγο άνθρωπος, που πιστεύει λίγο στο Θεό, που αγαπάει υπό όρους και που, βολεμένος στην κανονικότητά του, κρίνει όσους (ευτυχώς) δεν του μοιάζουν.
Η μοναδική μου ένσταση σε αυτό το “Φεστιβάλ” είναι οι ακρότητες και η επιδεικτική μανία ορισμένων, με την οποία προσπαθούν να εκδηλώσουν την υπερηφάνεια τους γι’αυτό που είναι, τα οποία προσφέρουν εικόνες χαμηλής ποιότητας και ουδεμία σχέση έχουν με την πραγματική προσπάθεια κατοχύρωσης δικαιωμάτων. Και είμαι σχεδόν βέβαιη πως οι γκράντε εμφανίσεις και οι σεξουαλικές κινήσεις ενώπιον όλων όσων θα το παρακολουθήσουν, ενοχλούν και πολλούς από αυτούς που, χρόνια τώρα, αγωνίζονται να αποδείξουν ότι το να είσαι ομοφυλόφιλος δε σημαίνει ότι δεν είσαι άνθρωπος. Αν, πράγματι, θέλεις να πείσεις για την αξιότητά σου ως ζευγάρι ομοφυλόφιλων, που επιθυμεί να εντάξει στην οικογένειά του ένα παιδί, οφείλεις το λιγότερο να μην ευτελίζεις τον εαυτό σου και να μην ακυρώνεις με φτηνές συμπεριφορές τα πιστεύω σου.
Κατά τα λοιπά, όσο υπάρχουν άνθρωποι που εξυμνούν την ισότητα, αλλά απορρίπτουν το διαφορετικό, αυτός ο κόσμος θα ταλανίζεται από τους ίδιους τους δημιουργούς του.