Γράφει η Ζωή Τριανταφυλλοπούλου
Δεν ζούμε, δεν ζω, δεν ζεις, απλά επιβιώνουμε. Αμφιβάλεις;
Δεν περνάμε καλά, όπως ο καθένας από μας εννοεί το δικό του καλά. Καταπίνουμε αμάσητες στιγμές ώρες και μέρες σαν κυνηγημένοι, σαν κουρδισμένοι.
Δεν χαμογελάμε και αν το κάνουμε δεν γίνεται αβίαστα αλλά με το ζόρι γιατί πρέπει τάχα μου να πείσουμε (ποιον στα κομμάτια άραγε;) ότι τα καταφέρνουμε, το παλεύουμε.
Δεν ερωτευόμαστε, που χρόνος για τέτοια, εδώ δεν προλαβαίνουμε καλά-καλά να ακούσουμε το παιδάκι από μέσα που τσιρίζει για χάδι, προσοχή, παράδοση κορμιού και μυαλού σε μια δική μας αγκαλιά.
Δεν αγαπάμε πραγματικά κανένα, αφού δεν δίνουμε πρώτα και κύρια απεριόριστη αγάπη σ’ αυτήν εδώ την υπόσταση που κουβαλάμε καθημερινά και σέρνουμε σε πρέπει και διότι ατέρμονα.
Δεν αντέχουμε, ζοριζόμαστε, γκρινιάζουμε, θυμώνουμε πως πάσα κατεύθυνση, Όλοι οι τριγύρω εν δυνάμει υποψήφιοι στόχοι για τον κακό μας τον καιρό καθώς είναι τόσο βολικό να φταίει πάντα ο άλλος, ο απέξω από μας.
Δεν μοιραζόμαστε γιατί είμαστε κοκαλωμένοι από φόβο και άγχος απόρριψης. Προκειμένου να προστατεύσουμε την πάρτη μας χτίζουμε τείχη τριγύρω και αμπαρωνόμαστε από πίσω ουρλιάζοντας στο κενό της μοναξιάς μας.
Δεν ξεκουραζόμαστε, δεν επιτρέπουμε εύκολα στον εαυτό μας να χαλαρώσει, επιταχύνουμε συνεχώς δημιουργώντας μια Λερναία Ύδρα από ανάγκες που καραδοκούν άμεση ικανοποίηση σε βάρος του χρόνου και της καθημερινότητας μας.
Δεν προλαβαίνουμε να σταθούμε λιγάκι να νιώσουμε τι γίνεται γύρω μας, δεν μας το επιτρέπουν οι αμέτρητες υπο-χρεώσεις μας. Τρέχουμε για να τρέχουμε…
Μάλλον τελικά έχουμε πεθάνει και δεν το ξέρουμε, έχουμε εξελιχθεί, τρανσφορμαριστεί που λέμε και εδώ στο Ελλάντα σε ρομποτάκια, που εκτελούν πειθήνια πρόγραμμα εντολών.
Μη με ρωτήσεις τώρα ποιος είναι ο εντολέας γιατί δεν θα αρέσει σε κανέναν από τους δυο μας η απάντηση…
Και μέσα σε όλα αυτά τα δεν κι Εσύ
Που δεν έρχεσαι.
Ποτέ πλέον…
Γαμώτο…
Ένα ποτέ τόσο καθηλωτικά οριστικό σαν τελεία σε ένα βιβλίο, που μένουν οι σελίδες του λευκές να φυλλοροούν σε κενό. Στο δεν υπάρχω!