Γράφει η Θέμιδα Κυριακάκη
Ήμουν δεν ήμουν τριών ετών, όταν τον είδα να φεύγει.
“Πού πας και με αφήνεις εδώ;”
Τι ήμουν; Ένα παιδί που δεν καταλάβαινε τίποτα.
Και μείναμε οι τρεις μας. Εγώ, ο αδερφός μου και η μαμά μου.
Μια μάνα 19 ετών, και δυο παιδιά τριών κι ενός.
Τρία παιδιά.
Κι ένα καλοκαιρι ήρθες στη ζωή μου κι έγινα το παιδί της καρδιάς σου. Κι έγινες ο μπαμπάς της δικής μου καρδιάς.
Κι είχα κι εγώ πια μπαμπά, όπως όλα τα άλλα παιδιά.
Ένα μπαμπά που έπαιζε μαζί μου και τις Κυριακές με πήγαινε στο Luna Park. Ένας μπαμπάς που κοιμόμουν στην αγκαλιά του και με ακουμπούσε προσεκτικά στο κρεβάτι μου.
Ο δικός μου μπαμπάς.
Δεν θέλησες ποτέ να κάνεις δικά σου παιδιά. Πάντα έλεγες ότι είχες δυο παιδιά εμένα και τον αδερφό μου.
Ναι, μας αγαπούσες και ας μην μας γέννησες.
Άντεξες την δύσκολη εφηβεία μου, άντεξες τις κακές επιλογές μου όμως πότε δεν με έκρινες.
Πάντα ήσουν εκεί! Το φως στα σκοτάδια μου κι ο φάρος της ζωής μου.
Θυμάμαι την μέρα του γάμου μου, σε άκουσα κρυφά να λες “το πούλησα το παιδί μου, δεν του αξίζει αυτός ο άνθρωπος, αλλά δεν μπορώ να την εμποδίσω! Αν της έλεγα όχι θα την έχανα”
Πόσο δίκιο είχες τότε. Μα δεν με πούλησες εσύ εγώ πούλησα εμένα.
Και όταν χώρισα άπλα με πήρες αγκαλιά!
Δεν μου είπες τίποτα μέχρι και σήμερα πότε δεν με ρώτησες το “γιατί”!
Και τώρα που μεγάλωσες έγινα εγώ ο φάρος σου, έγινα εγώ το χέρι που σε κρατά όταν δεν μπορείς να περπατήσεις.
Δεν θέλω να σκάφτομαι τις στιγμές που δεν θα είσαι δίπλα μου! Δεν θέλω να μάθω πώς θα είναι η ζωή μου χωρίς εσένα.
Δεν έχω μάθει να ζω χωρίς εσένα.
Σε ευχαριστώ που αγάπησες τόσο πολύ τη μαμά μου, σε ευχαριστώ που αγάπησες εμάς!
Που πήρες δυο μωρά στα χέρια σου και τους έδωσες όλη σου τη ζωή .
Σ’ αγαπώ μπαμπά μου.. μπαμπά της καρδιάς μου!
Join the discussion