Γράφει ο Κώστας Ανδρεόπουλος.
Στιγμές, ώρες, μέρες, μήνες, χρόνια..
Άλλοτε φεύγει γρήγορα, άλλοτε μένει για λίγο, άλλες φορές μένει πολύ, και άλλες για πάντα.
Τον παίρνεις αγκαλιά, τον χαϊδεύεις ώσπου να μαλακώσει, να σμιλευτούν οι αιχμηρές του γωνίες, να λειανθεί η σαγρέ επιφάνειά του.
Αλλά εκείνος μένει εκεί, να σου θυμίζει λόγια, πράξεις και συμπεριφορές, ανθρώπους μισούς, χαρακτήρες ανύπαρκτους, καρδιές ανολοκλήρωτες, συναισθήματα από πηλό, που πλάθονται όπως βολεύει.
Πόνος, λέξη μισητή, μα τόσο πολύτιμη ταυτόχρονα. Τι θα ήσουν χωρίς εκείνον;
Σε ποιο δρόμο θά’χες βαδίσει μέχρι τώρα για να φτάσεις ως εδώ;
Πώς θα είχε διαμορφωθεί ο εσωτερικός σου κόσμος χωρίς αυτόν;
Η αλήθεια να λέγεται, είναι ένας “καρκίνος” ο πόνος.
Η εξέλιξή του, όμως, αντίθετη με εκείνη της επάρατου νόσου.
Αφού σε έχει “φάει”, ανασυγκροτείσαι και αναστυλώνεσαι σιγά σιγά με τον καιρό.
Περίεργο, οξύμωρο, αν σκεφτείς πως στη αρχή του είσαι νεκροζώντανος, χαμερπής, άδειος από δύναμη, χωρίς ίχνος λογικής και εγκράτειας από κάθε παρορμητικό συναίσθημα που θά’ρθει και θα πέσει πάνω σου με φόρα.
Θα σε διαλύσει με τρόπο τέτοιο, που δεν θα αναγνωρίζεσαι από τους ανθρώπους γύρω σου, τους κοντινούς σου ανθρώπους, εκείνους που σε είδαν για τελευταία φορά όπως σε ήξεραν, όπως σε είχαν μάθει.
Και λέω τελευταία φορά, διότι ήταν η τελευταία.
Σαν μια φωτογραφία παγωμένη θά’ρχεσαι στη θύμησή τους, μα και στη δική σου, γιατί από την ώρα της σύγκρουσης εκείνης, τίποτε μέσα σου δε θά’ναι ξανά το ίδιο.
Πεθαίνεις, γκρεμίζεσαι, εξαϋλώνεσαι, μαζεύεις ένα ένα καινούρια κομμάτια, ανοικοδομείσαι για καιρό.
Απροσδιόριστο το πόσο, ίσως για πολύ, ίσως να μη τελειώσεις ποτέ.
Και να σου πω και κάτι μυστικό;
Μακάρι να μη τελειώσεις ποτέ, συνέχεια να φτιάχνεις, ή μάλλον να γκρεμίζεις και να φτιάχνεις ό,τι δε σου κάνει, ό,τι είναι ελαττωματικό.
Αυτό θα είναι ευλογία, δική σου ευλογία, εσωτερική και ψυχική ανάταση.
Τι καλύτερο; Πες μου.. Τι καλύτερο από το να τα βάζεις με σένα;
Σκέψου λίγο, αυτή η μάχη υπέρ σου θα κριθεί.
Εάν αποφασίσεις ή αν τύχει απλά να τη δώσεις, έστω άθελά σου, θα σε κάνει κάποιον άλλο, καλύτερο άνθρωπο, δυνατότερο και δυναμικότερο χαρακτήρα, συναισθηματικά αυτάρκη!
Ένα από τα όπλα που θα αποκτήσεις σ’αυτή τη μάχη θα ονομάζεται “ενσυναίσθηση”. Φύλαξέ το καλά στη φαρέτρα σου, μ’αυτό θα χρειαστεί να “διαπεράσεις” πολλές ψυχές, να μπεις στη θέση τους και να τις νιώσεις, να νιώσεις πώς νιώθουν, να νιώσεις τον πόνο τους.
Αυτές οι ψυχές θά’ναι οι σύμμαχοί σου, άθελά τους και αυτές θα συμμαχήσουν μαζί σου, μη ρωτήσεις πώς, μη ρωτήσεις γιατί, απλά θα δεις στην πορεία το πώς και το γιατί.
Θα δεις τα μάτια τους, θα αποκρυπτογραφήσεις τις λέξεις τους.
Ένα άλλο όπλο που θα κατακτήσεις είναι η “κατανόηση”.
Πρόσεξε πώς θα τη χειριστείς, είναι λίγο περίεργη.
Κατανοώ δε σημαίνει πως συγχωρώ και δίνω άφεση, σημαίνει υπενθυμίζω και τονίζω τα λάθη του, συμπαραστέκομαι και ωθώ να βάλει πλώρη προς τα εμπρός, προς το καλύτερο.
Κατανοώ και αφουγκράζομαι λοιπόν χωρίς να συγχωρώ και να προσπερνώ τα πάντα.
Κρατάω τα χαλινάρια απ’τα γκέμια γερά. Τα άλογα είναι ατίθασα, αν βγουν εκτός πορείας το παιχνίδι χάθηκε.
Το τελευταίο όπλο που θα περιέλθει στη κατοχή σου θα είναι η “εμπιστοσύνη”.
Μα θα μου πεις «Αυτό το είχα από πριν». Το ξέρω.
Το κλείδωσες όμως στην αποθήκη και σκούριασε, το καταχώνιασες καλά επειδή πίστεψες πως είναι αυτοκαταστροφικό για σένα.
Δεν ήταν και δεν είναι.
Εσύ δεν γνώριζες πως να το χειριστείς, το μοίραζες από δω και από κει ελαφρά τη καρδία και εκείνο εκπυρσοκροτούσε, σαν κάτι νά’θελε να σου πει, σαν να σε προειδοποιούσε για κάτι.
Αυτό που θα έχεις τώρα θα ξέρεις πως να το χειριστείς, θα έχεις πλέον διαβάσει τις οδηγίες καλά, θα το δανείζεις μόνο εκεί που πρέπει τώρα, και στον πρώτο κακομεταχειρισμό του θα το παίρνεις πίσω.
Γιατί είπαμε, το δανείζεις, δε το χαρίζεις. Η μάχη σου θα γίνει πιο εύκολη πλέον.
Με αυτά τα νέα σου αποκτήματα θα ανοίξεις δρόμους, θα κάνεις τα βουνά πεδιάδες και τους φουρτουνιασμένους ωκεανούς γαλήνιες λίμνες.
Η πορεία σου θα γίνει ομαλότερη, με πολλές ευθείες και ξεκούραστους δρόμους.
Θα μπαίνεις σε ψυχές και θα τις διαβάζεις, και τότε τίποτε και κανένας δε θα σε ενοχλεί.
Θα δίνεις ότι μπορείς, όσο θέλεις και μπορείς, και όσο πρέπει βέβαια.
Κι αυτό θα είναι ένα τεράστιο κατόρθωμα σου, που θα πρέπει να αναγνωρίσεις στον εαυτό σου.
Και είναι κατόρθωμα, γιατί πρώτα θα έχεις μπει στη δική σου ψυχή, θα την έχεις αγαπήσει πόντο πόντο, θα έχεις ακούσει καλά εκείνα που σου φωνάζει καιρό τώρα, θα την έχεις αγκαλιάσει, θα έχεις αποδεχτεί τα θέλω της.
Και τώρα πες μου.. Ποια μεγαλύτερη νίκη από αυτή;