Γράφει η Βασιλική Κοτλίτσα
Έτσι όπως αρχίσαμε, τελειώσαμε. Σαν δυο ξένοι, που δεν γνωρίστηκαν ποτέ. Σαν δυο άνθρωποι, που δε συναντήθηκαν καν τυχαία. Σαν δυο άγνωστοι στην ίδια πόλη. Είπαμε ψέματα στους ίδιους μας τους εαυτούς, λόγια που έμοιαζαν μεγάλα στο άκουσμά τους, και λέξεις που δεν έπρεπε να ειπωθούν ποτέ. Κοιταχτήκαμε, σα να είμασταν οι χειρότεροι εχθροί, σα να σκοτώσαμε ο ένας τον καλύτερο εαυτό του άλλου. Σα να γκρεμίσαμε ότι όμορφο υπήρχε ακόμα μέσα μας.
Ήταν μια αγάπη δυνατή, λέγαμε στους άλλους, μα όταν ήρθε η ώρα να το αποδείξουμε, πέσαμε πάνω της σαν τρελοί και τη διαλύσαμε. Χάσαμε τα όνειρά μας και κάτι πράγματα τα αφήσαμε μισά. Περιπλανιόμασταν σαν τον Οδυσσέα των παραμυθιών ψάχνοντας να βρούμε την Ιθάκη μας, αλλά στο τέλος καταλήξαμε σαν δυο άνθρωποι ‘’ζωντανοί-νεκροί’’. Σαν δυο σώματα αδειανά σε ξένα χωράφια, αναζητώντας λίγο νερό να ξεδιψάσουν. Σαν παλιάτσοι που τριγυρνούν σε πεθαμένα λούνα παρκ, μήπως και βρουν το χαμένο τους χαμόγελο.
Πουλήσαμε αυτό που νιώθαμε για λίγα ψίχουλα αγάπης, που τη μοιράζανε αλλού. Δε θέλαμε να καταλάβουμε τη δύναμή της και καταλήξαμε αιχμάλωτοι της ίδιας μας της ζωής. Ζωής μισής που ψάχναμε τώρα να βρούμε σε τίποτε τενεκέδες ξεχασμένους σε κανένα παγκάκι της γειτονιάς, να γράφουν το όνομά μας. Σε τίποτα σκισμένα φυλλάδια που γράφουν για αγάπες και λουλούδια, αλλά τα παίρνει ο αέρας κάθε φορά που φυσάει δυνατά.
Αλλά τώρα είναι αργά, αγάπη μου, μαζί με μας χάθηκε και η αγάπη. Μαζί με αυτή και κάτι όνειρα δικά μου, που ακόμα προσπαθώ να ζωντανέψω.
Join the discussion