Γράφει ο Δημήτρης Ξυλούρης
Πέρασα να πω ένα “γεια”. Τυχαία, περαστικός βρέθηκα κάτω από το σπίτι σου. Δεν είχα βάλει την καρδιά μου να με οδηγήσει εκεί που ορίζεται η αγάπη.
Τυχαία, βρέθηκα μπροστά σου να σε ρωτάω “πώς είσαι” και “τι κάνεις”.
Κι εσύ να χαμογελάς μ’αυτό το αμήχανο χαμόγελο που σβήνει κάθε σκέψη από το μυαλό.
Μην σου περάσει από το μυαλό πως μου λείπεις. Ούτε πως δεν αντέχω άλλο μακριά σου.
Μην φανταστείς πως σου μιλάω για ένα σωρό ασυναρτησίες μόνο και μόνο για να ακούω τη φωνή σου και να γεμίζει αυτό το κενό μέσα μου.
Ξέρεις, αυτό το κενό που άφησες φεύγοντας.
Έφυγες, έφυγα, ούτε και θυμάμαι πια. Ούτε την αφορμή, ούτε το λόγο θυμάμαι.
Ένα πείσμα κι έναν εγωισμό θυμάμαι μόνο, που μας έκανε αμετακίνητους.
Έτσι τυχαία, έχω μαζί μου κι εκείνες τις σοκολάτες που αγαπάς. Εκείνες που δεν αντέχω, γιατί έχουν μέσα αμύγδαλα, αλλά τις έπαιρνα πάντα για να υπάρχουν για εσένα.
Να, κράτα τες, μιας και δεν σου πήρα δώρο.
Άλλωστε εμείς πια, είμαστε ένα “τίποτα”, έτσι δεν είναι;
Υπήρξαμε.. ναι, κάποτε υπήρξαμε.
Υπήρξαμε φίλοι, κολλητοί, συνεργάτες κι εραστές. Ερωτευμένοι και αφημένοι σε ένα πάθος δίχως λογική και όρια.
Και μετά υπήρξαμε εγωιστές, πεισματάρηδες. Ηλίθιοι, υπήρξαμε αγάπη μου… δυο ηλίθιοι που χαράμισαν έναν έρωτα.
Μην με κοιτάς μ’αυτά τα μάτια, μέσα στην απορία.
Κράτα τις δικαιολογίες μου και άκου από τις σιωπές την αλήθεια μου.
Άκου αυτά που δεν σου λέω σε παρακαλώ, δεν έχω τρόπο να τα ξεστομίσω. Όχι από εγωισμό, από φόβο γαμώτο!
Το πόσο μου λείπεις, το πόσο σε αγαπάω, το πώς περνάω τα βράδια κάτω από το σπίτι σου μήπως και τυχαία σε συναντήσω.
Πόσο μου λείπει η μυρωδιά σου, το γέλιο σου, το άγγιγμά σου.
“Χάρηκα που σε είδα..”
Comments are closed