Γράφει ο Μάνος Σαμοθρακής – Τριστάνος
Την ερωτεύτηκες ε; Και αυτή δεν φαίνεται να νιώθει το ίδιο για σένα. Πω πω, για φαντάσου, το έργο της ζωής σου είναι αυτό, όμως τώρα το βλέπεις από την άλλη μεριά.
Από τη μεριά του ερωτευμένου και όχι από εκείνου που απλά ήθελε να περνάει καλά, μέχρι η επόμενη “κανάρα” να του κάνει νόημα από το διπλανό κλαδί και αμέσως αυτός να τρέξει!
Τι έγινε; Τώρα βλέπω δεν σου αρέσει που είναι απασχολημένη όλη την εβδομάδα και δεν έχει χρόνο να σε δει. Εντάξει μωρέ, κάποια στιγμή θα βρει και λίγες ώρες και για σένα, ίσως και ένα ολόκληρο βράδυ. Σου θυμίζει άραγε κάτι αυτό;
Βρε για δες λαχτάρα που σε έχει πιάσει και μετράς τις ώρες και τα λεπτά μακριά της. Σα μωρό κάθεσαι και κλαις και ανησυχείς μην τυχών και σου πει ότι δεν γίνεται άλλο να συνεχίσετε. Ότι δεν νιώθει αυτά που θα ήθελε βρε αδερφέ.
Ότι είσαι καλό παιδί και δεν σου αξίζει αυτή, πρέπει να βρεις κάποια αντάξια σου. Ή ότι προτιμάει να είναι μόνη της, δεν είναι κάτι προσωπικό, ούτε είσαι ανεπαρκής, απλά θέλει μία περίοδο απομόνωσης! Και γενικά όλες αυτές τις ανόητες δικαιολογίες που ξεφούρνιζες όλα αυτά τα χρόνια. Α πα πα, ούτε να το σκεφτείς δεν αντέχεις. Μακριά από μας, μακριά.
Τη ζήλεια; Πού τη βάζεις τη ζήλεια; Εσύ δε ζήλευες ποτέ έλεγες, σου έλειπε εκείνο το ένζυμο από μέσα σου. Κατώτερο συναίσθημα διαλαλούσες ότι είναι και γελούσες με αυτές που σε ζήλευαν. Και τώρα σε τρώει μέρα – νύχτα.
Ζηλεύεις και το χώμα που πατάει. Να μην πούμε για αυτούς που συναναστρέφεται. Τους συναδέλφους, τους άλλους στο γυμναστήριο, στο δρόμο, στην καφετέρια. Ουφ μη σκέφτεσαι άλλο, δεν αντέχεις ούτε σαν ιδέα να το φέρεις μπροστά σου. Τρέμεις ότι μπορεί να την ακουμπήσει κάποιος άλλος.
Εσύ, ο ατρόμητος που όταν σε ζήλευαν γελούσες και κοροΐδευες. Και βέβαια στο τέλος αποχωρούσες. Ήταν άλλωστε μία καλή δικαιολογία για να μην νιώθεις τύψεις. “Δεν αντέχω τη ζήλεια και την πίεση” έλεγες και να τώρα που δεν μπορείς να αναπνεύσεις χωρίς την παρουσία της.
Τι έγινε μάγκα μου; Τώρα δεν σου αρέσει ε; Την πάτησες και ερωτεύτηκες και σου βγήκαν όλα ξινά; Ήσουν ο βασιλιάς και τώρα είσαι το πιόνι; Τρέχεις από πίσω της σαν το σκυλάκι, εσύ που τις έπαιζες και τις δούλευες όλες;
Εσύ, που δεν σε είχε παρατήσει καμία – και το έλεγες με καμάρι. Μόνο εσύ είχες δικαίωμα να τις παρατάς. Μόνο εσύ είχες δικαίωμα να λες ψέματα, να πληγώνεις, να υπόσχεσαι και να ακυρώνεις.
Σου έχω άσχημα νέα όμως. Το σύμπαν δεν ξεχνάει να επιστρέψει συμπεριφορές και τώρα ήρθε η ώρα να καταλάβεις τι έκανες τόσα χρόνια. Ήρθε το πλήρωμα του χρόνου και θα πληρωθείς με το ίδιο νόμισμα που έδινες.
Καλά ξεμπερδέματα λοιπόν.
Α και μην ξεχάσω, ενήλικες είμαστε μωρέ, δεν τρέχει και τίποτα αν σε παρατήσει.
Άλλωστε, ”από έρωτα δεν πέθανε κανείς!”
(Αγαπημένη σου ατάκα και τραγούδι)