Αγάπησέ με όπως είμαι και κυρίως, κράτα με..
Γράφει η Ζωή Τριανταφυλλοπούλου.
Πες με αφελή, πες με αλαφροΐσκιωτη, κρέμασέ μου όσες ταμπέλες θες.
Είμαι άλλωστε τόσο συνηθισμένη σ’αυτή την ιστορία των τίτλων τιμής ενός εν δυνάμει ξωτικού..
Πολλά χρόνια τώρα εκπαιδεύομαι να ακούω τι είμαι από τους γύρω μου, τους καθαρά λογικούς με τα αιχμηρά τετράγωνα μυαλά τους και να μην αντιδρώ στους χαρακτηρισμούς. Γιατί πραγματικά δεν βρίσκω νόημα να πείσω κανένα.
Πολλά χρόνια τώρα έχω υπάρξει, κατά τα λεγόμενα άλλων τριγύρω, από τρελή κι ακαταλαβίστικη, ως ανόητη, επιρρεπής κι ανάξια εμπιστοσύνης. Κι όλα αυτά γιατί δεν φέρθηκα, δεν αντέδρασα, δεν τοποθετήθηκα σύμφωνα με την εικόνα που εκείνοι είχαν φτιάξει για μένα, πριν από μένα..
Και μέσα σ’όλο αυτό το γαϊτανάκι του “ζω και παθαίνω αλλά δεν μαθαίνω”, πρόσφατα άκουσα ότι πρέπει να μεγαλώσω κάποια στιγμή, να συνειδητοποιήσω λοιπόν ότι γύρω μας δεν υπάρχουν μόνο ψυχές που έχασαν το δρόμο και το σκοπό της βόλτας τους εδώ πάνω, όπως διακαώς θέλω εγώ να πιστεύω για να τιμώ και τ’όνομα που φέρω, αλλά υπάρχουν παράλληλα και πολλές σκοτεινές, κακές ψυχές που στο διάβα τους μαύρισαν, που οι δικές τους δοκιμασίες τους άλωσαν κι έτσι τρέφονται πλέον, συνειδητά σχεδόν, για την ανάγκη της επιβίωσής τους από το μυαλό, την αγνή-καθαρή καρδιά σου, την ήσυχή σου συνείδηση, αυτήν που επιτάσσει να μην βλάψεις ούτε κουνούπι και την καλοκάγαθη -ναι, αυτή- πρόθεσή σου!
Και θα προσπαθήσουν να σε εξαφανίσουν, να θρέψουν κι άλλο το σκοτάδι τους, να δημιουργήσουν νέο..
Θα κάνουν ό,τι περνά από το χέρι τους για να γίνεις δικό τούς αντικείμενο προς χρήση, δική τους περιουσία, αποκούμπι για της ζωής τους την ανάγκη κι όλο αυτό θα το δικαιούνται αναντίρρητα χωρίς να αναρωτηθούν που βρίσκεσαι πραγματικά εσύ..
Κι αυτό να γίνεται κατ’επανάληψη σε χρόνο, σε πλήθος και συ μέσα σ’αυτό σε μόνιμο αγώνα να ανταποκριθείς, να προσπαθήσεις να ανασάνεις, να θυμάσαι ότι ζεις!
Και να μην καταλαβαίνεις, να αμύνεσαι, να νιώθεις ότι κάτι δεν έκανες πάλι καλά αλλά δεν είναι ξεκάθαρο τι είναι αυτό, κάτι δεν είναι όπως “Εσύ” και το αλλόκοτο μυαλό κι η καρδούλα σου το βλέπουν..
Ανοχή κι αντοχή με τη μία να παίρνει αμπάριζα από την άλλη. Έτσι να ζεις.
Ανάλογα τον καιρό, την κατάσταση, την πραγματικότητα όποια κι αν φαίνεται κάθε φορά ότι είναι.
Και έτσι τελικά να σημαδεύεσαι, να σφίγγεις στομάχια, να σηκώνεις τείχη, να σιωπάς με συγκατάβαση.
Δεν αντιδράς, δεν ξεσπάς, δεν καταλαβαίνεις άλλωστε..
Κι όσες απορίες άλλα τόσα σημάδια.
Κι ανάσες πνιχτές, δάκρυα ποτισμένες.
Και τα “γιατί όλα αυτά” να φωνάζουν από μέσα.
Κι απαντήσεις να μην έρχονται..
Μήπως τελικά είσαι όντως πέραν του κόσμου τούτου;
Μήπως κακώς βρέθηκες εδώ;
Μήπως αυτός ο κόσμος γίνεται όλο και πιο συχνά αδυσώπητα εχθρικός και ξένος;
Μήπως να την κάνεις γι αλλού; για πού μη ρωτάς..
Γι’αυτό σε παρακαλώ, αν έρθεις, αν πραγματικά θελήσεις να με δεις όπως ακριβώς είμαι, αν θες να σταθείς δίπλα μου ειλικρινά, αν επιθυμείς την αγάπη που δεν πονάει, δεν κρίνει, αν γυρεύεις τη χαρά για να είμαστε, να γινόμαστε να ζούμε, να μην ρωτήσεις ποτέ γιατί είμαι σημαδεμένη.
Γιατί δείχνω να χάνομαι..
Αγάπησέ με όπως είμαι και κυρίως, κράτα με..
Χωρίς ερωτήσεις, χωρίς απορίες.
Δυνατά αγκαλιά, γιατί σκορπάω..
Μόνο αυτό, μην ρωτήσεις..