Γράφει ο Αλέξανδρος Χωριανούδης
Δεν σου είπα το σ’αγαπώ, αλλά στο έδειξα με όσους τρόπους είχα.
Στο έδωσα να το νιώσεις με όλους τους τρόπους που μπορούσε κάποιος να το κάνει.
Έκρυψα το “σ’αγαπώ” στα “να προσέχεις”.
Έκρυψα το “μου λείπεις” στο “πάμε μια βόλτα”.
Έκρυψα το “σε θέλω” σε ένα χάδι, σε μια ματιά, σε ένα άγγιγμα.
Έκρυψα το “ζηλεύω” πίσω από αστεία και πλάκες και χιούμορ.
Μέχρι που κατάλαβα πως όσο δυνατά κι αν μιλάνε οι πράξεις, είχες ανάγκη να το ακούσεις.
Κι είχες ανάγκη να το ακούσεις από κάποιον άλλο.
Από εκείνον που αποκαλείς “παρελθόν” αλλά δεν έγινε ποτέ παρελθόν.
Από εκείνον που δεν λες ποτέ το όνομά του αλλά όταν μιλάς για κάτι που τον αφορά, λάμπουν τα μάτια σου.
Τελικά δεν αρκούν ούτε οι πράξεις, ούτε τα λόγια.
Ούτε καν όταν αυτά συνδυάζονται!
Ακόμα και το πιο ειλικρινές σ’αγαπώ, είναι μια λέξη τυχαία όταν δεν προέρχεται από εκείνον που ζητάς.
Ακόμα και το πιο δυνατό σε θέλω, είναι άηχο, άχρωμο κι αδιάφορο όταν δεν προέρχεται από εκείνον που θες να σε θέλει.
Σου είπα τις λέξεις, σου έδωσα τις πράξεις, κι εσύ χαμογέλασες..
Και κάπως έτσι, μίσησα το χαμόγελό σου.
Ή τουλάχιστον, έτσι μου λέω..