Γράφει ο Αλέξανδρος Χωριανούδης
Ένα γιατί θέλω μόνο να σου πω ρε κορίτσι μου.
Γιατί;
Γιατί σε ακυρώνεις; Γιατί σε υποτιμάς; Ως πότε θα σε μετράς τόσο λίγη που θα ανέχεσαι να είσαι εκείνο το ευχάριστο διάλειμμα στην αβάσταχτη καθημερινότητά του;
Ως πότε θα αντέχεις να είσαι μια καβάντζα, που σπαταλιέται για να καλύψει τα κενά της καθημερινότητας που τον πνίγει;
Γιατί αφήνεσαι, να είσαι το “υλικό” πάνω στο οποίο χτίζει τον αποτυχημένο του γάμο ή την αδιέξοδη σχέση του;
Σε παραμυθιάζει για ένα αύριο, μεθαύριο, όλο δικό σας, αλλά από την ασφάλειά του, δεν κουνιέται, από το δίχτυ ασφαλείας του, δεν ξεμακραίνει.
Κι εσύ, σε ακυρώνεις. Σε ματαιώνεις. Σε μειώνεις.
Γίνεσαι η τελευταία του καληνύχτα, γιατί η καλημέρα του, δεν αντέχεται εκεί που την λέει.
Γίνεσαι το “σε θέλω” του, το “μου λείπεις”, αλλά παραμένεις το λίγο του, το βόλεμά του, μια – δυο φορές την εβδομάδα, πάντα καθημερινές, πάντα πρωινο-απογεύματα, πάντα σε μη γιορτές και αργίες.
Κι εσύ, παίρνεις τα ψιχουλάκια, τα αποφάγια και για αντάλλαγμα δίνεις νοιάξιμο, ενδιαφέρον, αγάπη, χάδι, αγκαλιά, παρηγοριά.
Τόσο σε μετράς;
Τόσο σε κοστολογείς;
Αξίζεις περισσότερα κορίτσι μου.
Αξίζεις έναν άντρα που θα είναι παρόν, κάθε μέρα, κάθε ώρα και κάθε στιγμή.
Αξίζεις διακοπές, καλοκαίρια και νύχτες αξημέρωτες γεμάτες φιλιά, έρωτα και γέλια.
Δεν σου αξίζουν οι σκιές.
Μην σε χάνεις σε αυτές.
Σύνελθε.. αυτό που σου λέει για “πολύ”, αυτά τα λόγια τα μεγάλα, για “για πάντα” και “μαζί” και λόγια, λόγια, λόγια, είναι ακριβώς αυτό.
Κι όσες φορές κι αν σου ορκιστεί πως είστε η εξαίρεση στον κανόνα, η αλήθεια θα είναι, πως είσαι άλλη μια, μέσα στις πολλές.
Λόγια.. κι εσένα σου αξίζει ένας έρωτας στην πράξη, που θα του λες “θέλω” και θα σου λέει “μπορώ”.