Γράφει η Γαρουφαλιά Μοίρα
Μία συνήθεια και αυτή όπως τα παραμύθια που λένε στα μικρά παιδιά να μάθουν την αλήθεια.
Δε θέλω άλλος να πονει για μένα. Τη συνήθεια, μέσα στο ψέμα πια δε ζω, μα φοβούμαι την αλήθεια.
Μέσα στα απόκρυφα, βαθιά στου νου μου τα κιταπια, θα σαι κρυμμένος μη σε δουν, της αμαρτίας πια τα μάτια.
Εσύ παιχνίδι νόμιζες την δικη μου ανάγκη, στα χέρια σου να αφεθω κι ας πάω όπου με βγάλει.
Μα ήτανε τόσο να βαρύ της αμαρτίας το σημάδι, που μου ματώνει την καρδιά.
Και να όμως που εγώ για να ξεφύγω πάλι, οινόπνευμα απ’ το πιο βαρύ στις φλέβες μου έχω βάλει.
Τα μάτια μου τα στέρεψες απ’ της βροχής το βάρος, και έφερες ήλιο μέσα στην καρδιά και είναι πολύ το θάρρος. Μα την φωνή σου πια εγώ δε θα την ματακουσω.
Τα μάτια σου δε θα τα δω να με κοιτούν με χάρη, γιατί πάλι πληγωσα την δική σου αγκάλη.
Ας είμαι εγω όμως αυτή που πρώτη ξεμακραινει, για νά σαι πάλι εσύ αυτός που θα υπομένει…
Κι αν σε πικρανα πολύ έλα συγχωρεσε με της μοναξιάς μου το σταυρό δες και προσπέρασε με.