Γράφει η Γεώρα
Ξέχασα να σου πω γιατί έφυγα! Βλέπεις είχα κουραστεί πλέον να προσπαθώ μέσα από τις συζητήσεις μας να βρούμε μία λύση. Πάντα σου εξηγούσα, έφτανα στο σημείο της υπερανάλυσης μη και αφήσουμε κάτι σαν «αγκάθι» να μας τρυπήσει, πάντα ήμουν εκεί να σε ακούω, να σκέφτομαι όλες τις παραμέτρους αλλά πάντα βρισκόμασταν στο μηδέν.
Δεν άλλαζες. Και αν άλλαζες ήταν για λίγο. Μετά με τοποθετούσες πάλι με περίσσιο θάρρος στα δεδομένα σου. Ήξερες καλά πως σε νοιαζόμουν, ίσως όσο καμία άλλη δεν σε νοιάστηκε. Το ήξερες, αλλά δεν το σεβάστηκες.
Νόμιζες πως πάντα θα ήμουν εκεί. Γιατί κάθε φορά που έλεγες έλα, εγώ επειδή ήμουν ερωτευμένη ερχόμουν. Και έκανα υπομονή και έδινα τόπο στην οργή και σου έδινα ευκαιρίες και σε συγχωρούσα. Και τίποτα, τίποτα από όλα αυτά δεν εκτιμήθηκε. Αντίθετα με κατέταξαν στο σιγουράκι σου, στο στανταράκι σου.
Μέχρι εκείνη την ημέρα που πλέον ξεχείλισε το ποτήρι. Μέχρι εκείνη την ημέρα που έπρεπε να σώσω την αξιοπρέπειά μου και τον εαυτό μου γιατί αρκετά τον είχα υποβαθμίσει για χάρη σου.
Έφυγα και δεν σου είπα τίποτα γιατί δεν θα καταλάβαινες. Έφυγα γιατί άρχιζε ό,τι ωραίο είχα ζήσει μαζί σου να βγάζει μία πικρία στην επιφάνεια. Έφυγα γιατί τα άσχημα συναισθήματα υπερτερούσαν των όμορφων. Έφυγα γιατί η απογοήτευση κυριαρχούσε.
Γιατί δεν ένιωθα ενθουσιασμό όταν σε έβλεπα παρά μόνο θλίψη. Γιατί στεναχωριόμουν πιο πολύ από το να χαμογελάω. Γιατί δεν “φτερουγούσε” τίποτα πλέον μέσα μου, γιατί ήξερα πως η αγκαλιά σου δεν με χωράει, διότι με έπαιζες σε ένα παιχνίδι σαν να ήθελες να με χάσεις. Και με έχασες! Απλά δεν το περίμενες.
Έφυγα γιατί δεν ήθελα να σε μετανιώσω! Γιατί ήθελα να σε κρατήσω στη μνήμη σαν κάτι όμορφο και συνειδητοποιούσα πως την επιλογή μου, εσένα δηλαδή, μου την κατέστρεφες. Έφυγα γιατί δεν ήθελα να σε μισήσω, όσο γλυκανάλατο και αν ακούγεται. Έφυγα γιατί έπρεπε να επιλέξω εμένα για το καλό μου, εφόσον εσύ δεν με εκτίμησες όσο μου άξιζε παρόλο που στο είχα αποδείξει και με το παραπάνω πόσο άξιζα.
Όμως δεν είχες μάθει έτσι. Και με θλίβει το γεγονός πως δεν το είδες ή επέτρεψε μου να πω, με μια στάλα σιγουριάς και αισιοδοξίας πως το είδες όμως δεν ήσουν μαθημένος στο ανθρώπινο.
Έφυγα για να σε σώσω από τη μνήμη γιατί δεν ήθελα να καταφέρεις να μου φυτέψεις πίκρα και παραπάνω πόνο μέσα μου. Γιατί αξίζω περισσότερα και πόσο μάλλον σεβασμό και ευγένεια και έναν άνθρωπο που να μην χρειάζεται να πασχίζω να του δείξω ποια είμαι και αυτός ηθελημένα να προσπαθεί να με υποβιβάσει.
Έφυγα γιατί δεν σου άξιζα! Σου έπεφτα πολύ, όσο εγωιστικό και αν ακούγεται. Και το ξέρεις! Γι’ αυτό και τόση προσπάθεια μη αποδοχής. Έφυγα γιατί τελικά μου έκανες κακό. Γιατί με γέμιζες σκοτάδι, ενώ εγώ σου έδινα φως,
Γιατί δεν μου άξιζες, γι’ αυτό έφυγα!