Γράφει η Αλεξάνδρα Φαρμάκη
Δεν θυμάμαι την πρώτη φορά που σε συνάντησα.
Δεν θυμάμαι καν την στιγμή που σε ερωτεύτηκα.
Θυμάμαι όμως την φορά που ήξερα πως σου ανήκω. Πως οι λέξεις έρωτας, πόθος, πάθος, από εκείνη τη στιγμή, σου άνηκαν.
Ήταν εκείνο το μεσημέρι Κυριακής, στο μικρό μπαράκι του Προφήτη Ηλία. Εκείνο το χαμόγελό σου, μια στιγμή πριν το φιλί, μια στιγμή πριν το “πιτσιρίκα μου”.
Ήταν η ανάσα μου, που δεν μου άνηκε πια. Ήταν το “σ’αγαπώ” που δεν μπορούσε να έχει άλλο όνομα.
Ήταν το “σε θέλω” που χαράχτηκε με το όνομά σου.
Ήταν δεδομένο το πόσο σ’αγαπώ. Ήταν δεδομένο το πόσο σε θέλω.
Κι ήρθε η ώρα να τα παρατήσω και τα δυο. Παρατάω και τις προσπάθειες.
Παρατάω κι εμένα. Ή μάλλον παρατάω εσένα.
Κράτα τα.
Όλα δικά σου.
Χάρισμά σου, για τις στιγμές που ζήσαμε.
Φιλοδώρημα, για το λογαριασμό που άφησες χρεωμένο.
Δεδομένο, μόνο ότι (μου) χρωστάς μια αλήθεια, που δεν τολμάς να ξεστομίσεις.
Comments are closed