Γράφει η Πράξια Αρέστη
Ο κόσμος γύρω μας φλέγεται, όμως, δεν μπορώ να σταματήσω να κοιτάζω τα μάτια σου.
Θα ήθελα να φοράς το αγαπημένο σου άσπρο t-shirt και να είναι μία μέρα σαν όλες τις άλλες.
Να ήταν μία συνηθισμένη Κυριακή και να κάναμε την συνηθισμένη μας βόλτα στην πόλη.
αυτά τα συνηθισμένα θα μου λείψουν τελικά.
Εσύ πας στον πόλεμο, εσύ κινδυνεύεις να πεθάνεις, όμως, ηρωικά προσπαθείς να καθησυχάσεις εμένα.
Δεν μπορώ να σε αφήσω να φύγεις. Κάθε βήμα που κάνεις προς τα πίσω μπορεί να είναι το τελευταίο και σε σφίγγω πιο δυνατά.
Δεν θέλω να σε χάσω για καμία πατρίδα όσο εγωιστικό κι αν ακούγεται.
Δεν θέλω να γίνω ηρωίδα. Κάποια που θυσίασε τον έρωτά της για την ελευθερία του κόσμου.
Θέλω να σε κλέψω και να σε πάρω να φύγουμε.
Μου λες πως όλα θα πάνε καλά, όμως, δεν νιώθω τα πόδια μου.
Θα ξανανταμώσουμε μου λες, όμως, ξέρω ότι δεν πας δουλειά σήμερα. Σήμερα πας στον πόλεμο. Σε περιμένουν εκεί έξω οι εχθροί για να σου τρυπήσουν το σώμα σου με σφαίρες.
Αυτό το σώμα που έπλενα, που φιλούσα, που γινόταν το μαξιλάρι μου κι ο κόσμος μου όλος τα βράδια. Τι αξία έχει γι’ αυτούς αυτό το σώμα. Ένα ακόμη αγόρι στον πόλεμο.
Πώς θα σου πω αντίο; Πώς θα σε κοιτάζω να φεύγεις από μένα; Πώς αντέχεις και δεν το βάζεις στα πόδια;
Ήρωά μου! Αγάπη μου! Έρωτά μου!
Για μένα δεν είσαι ένας ακόμη στρατιώτης.
Δεν ξέρω αν θα είσαι ο ίδιος όταν και αν γυρίσεις. Λένε ότι ο πόλεμος αλλάζει τους ανθρώπους. Τους τρελαίνει. Κράτα εμένα στο μυαλό σου και βάλε στόχο να γυρίσεις για να συνεχίσουμε από κει που μείναμε… Την τόσο συνηθισμένη ζωή μας που τόσο είχαμε για δεδομένη και δεν είναι πια.
Comments are closed