Γράφει η Καλυψώ
Χρόνια με θυμάμαι να σκέφτομαι για δύο. Να σφίγγω τα δόντια και να καταπίνω τον πόνο, λέγοντας ότι όλα είναι καλά. Να ψάχνω μόνη λόγους για να μείνω. Να επινοώ σενάρια για να με πείσω ότι μ’ αγαπάς.
Να που έφτασε όμως η σειρά σου. Κι άργησε, δε νομίζεις;
Δώσε μου λοιπόν ένα λόγο για να μείνω.
Δώσε μου ένα λόγο για να στέκομαι δίπλα σου, να σε παρηγορώ στα προβλήματα που είχες με τη δουλειά σου, στις διαφωνίες με τους γονείς και τους φίλους σου.
Δώσε μου ένα λόγο για να σου δίνω την ψυχή μου κάθε μέρα, ώρα και λεπτό. Να είμαι χαρούμενη για να σε στηρίζω και να σε ενθαρρύνω.
Δώσε μου ένα λόγο για να σου δίνω το σώμα μου ολοκληρωτικά και να μην έχω μάτια για κανέναν άλλο.
Ένα λόγο θέλω, έστω ένα, για να νιώθω περήφανη που είμαι πλάι σου.
Σε παρακαλώ, δώσε μου ένα λόγο για να μη φύγω και να ρίξω μαύρη πέτρα πίσω μου…
Δώσε μου ένα λόγο για να αξίζουν όλες οι θυσίες που έκανα για σένα. Οι ατελείωτες αναλύσεις του μυαλού μου, ποιος ή τι φταίει που φτάσαμε ως εδώ.
Δώσε μου ένα λόγο γιατί ειλικρινά δε βρίσκω κανέναν πια. Στέρεψα από δικαιολογίες και σενάρια. Μου τελείωσε η επιείκεια και η υπομονή. Με κούρασαν τα ψέματα και τα μισόλογα.
Βαρέθηκα να είμαι δίπλα σε κάποιον που δεν δίνει, μα μόνο παίρνει.
Δωσ’ μου ένα λόγο, γιατί δεν μπορώ άλλο να συνεχίσω να υπάρχω στη ζωή σου με τα ψίχουλα που μοίραζες.
Το μυαλό μου ίσως να άντεχε κι άλλο, μα η καρδιά μου όχι. Την καρδιά όσο κι αν θες να την κοροϊδέψεις, εκείνη ξέρει. Ξέρει το σωστό, το λάθος, μα πάνω από όλα ξέρει την αλήθεια, ακόμα κι αν τη θάβει βαθιά για να μην πονά.
Δώσε μου λοιπόν ένα λόγο για να μη φύγω απόψε. Γιατί αν διαβώ το κατώφλι αυτής της πόρτας δεν θα γυρίσω ποτέ ξανά.
Αργώ να κουραστώ, μα όταν πω τέλος, αυτό είναι για πάντα.
Σε ακούω λοιπόν.