Γράφει ο Δημήτρης Τσατσαρούνος
Εγώ να ξέρεις θα σε θυμάμαι για εκείνο το χαμόγελο. Κι ας μου στέρησες το δικό μου για λίγο. Άθελα σου μάτια μου, το ξέρω.
Δεν είναι τέτοια εσένα η καρδούλα σου να παίζει τους έρωτες κομπολόι.
Δεν ήταν ούτε ψέματα, ούτε καπρίτσιο. Ήμουν εγώ που βιάστηκα.
Έγραψα το σενάριο με φρέσκο μελάνι και πριν στεγνώσει καλά καλά είχες φύγει. Μου το χες πει και δε σ’ άκουσα. Δεν ήθελα.
Ήταν που νόμιζα πως σε βρήκα. Εσένα τη ΜΙΑ. Αυτή που λένε πως όταν την βρεις βγαίνει η ψυχή σου η μισή έξω, έτοιμη να ενωθεί.
Δίνει νόημα στο μόχθο και τα σημάδια σου. Αυτή που την κοιτάζεις να κοιμάται δίπλα σου και λες ότι κι αν πέρασα, αφού με έφερε εδώ, άξιζε!
Κι όταν ξύπνησες πρώτη φορά στην αγκαλιά μου, έκλεισα τα μάτια και σε έκανα εικόνα έγκυο με το παιδί μου. Το παιδί μας. Ένα δευτερόλεπτο μονάχα, ένα χαμόγελο, δυο δράμια ευτυχία μόνο δική μου.
Πόσο ήθελα να ήταν δική μας…
Κι ακόμα είναι κάτι βράδια που με πιάνει…
Μισό ουίσκι στο ποτήρι κι ο αρσενικός χτυπάει νευρικά το χέρι στο τραπέζι και διεκδικεί.
«Εγώ εσένα θα σε κάνω γυναίκα μου!»
Comments are closed