Γράφει ο “Ανώνυμος”
Και είναι ρε φίλε κι αυτές οι στιγμές, που βρίσκεσαι μόνος με τον εαυτό σου. Κι εκεί που κάθεσαι με την κρύα μπύρα και το τσιγαράκι σου χαζεύοντας το ζεστό ηλιοβασίλεμα, έρχεται αυτή στο μυαλό σου. Και δε σου μιλάει. Έρχεται και μπαστακώνεται δίπλα σου.
Σε κοιτάει, σε βλέπει να τραβάς τον καπνό αργά και σου χαμογελάει. Πονηρά όπως τότε. Και προσπαθείς να μείνεις συγκεντρωμένος στο όλο τοπίο. Πίνεις μια γερή γουλιά. Προσπαθείς να κοροϊδέψεις τον εαυτό σου ότι είσαι καλά. Χαζεύεις τον ήλιο που πέφτει αλλά δεν πιάνει.
Ξανά γυρνάς το βλέμμα σου και την βλέπεις πάλι εκεί δίπλα σου με εκείνα τα ροζ μάγουλα κι ένα μαγικό χαμόγελο απλά να συνεχίζει να σε κοιτάει.
Ψάχνεις απεγνωσμένα γύρω σου αλλά πρόσωπα να χαζέψεις, αλλά όπου γυρνάς το βλέμμα σου έρχεται μπροστά σου. Αρχίζεις και σκέφτεσαι ότι κάτι δε πάει καλά με το μυαλό σου. «Ρε φίλε ακόμη είσαι ερωτευμένος;»
Μιλάς με τον εαυτό σου, κι ούτε αυτός δε τολμάει να σου απαντήσει. Αρχίζεις να της φωνάζεις να φύγει, αλλά εκείνη εκεί. Χαμογελάει ακόμη. Όπως τότε. Όπως κάθε ριμάδα μέρα δίπλα σου. Κι αυτά τα ροζ μάγουλα.. «πρέπει να την ξεχάσεις» μονολογείς σαν κανένας μεθυσμένος.
Πρέπει να ξεχάσεις ακόμη και το όνομα της. «Μοναξιά», έτσι θα σε καλωσορίζω καρδούλα μου. Έτσι ίσως μου μιλήσεις. «Καλώς ήρθες λοιπόν Μοναξιά μου θες μια γουλιά απ τη μπύρα μου;..» όπως τότε.