Γράφει η Σπυριδούλα Σγούρου
Κοίταξε το ρολόι που έδειχνε τρείς τα ξημερώματα. Ακόμα μια βραδιά που δεν την έπαιρνε ο ύπνος. Δίπλα της κοιμόταν εκείνος! Ο άντρας της, ο σύντροφος της στα εύκολα μα και στα δύσκολα.
Σε λίγους μήνες, θα έκλειναν είκοσι τέσσερα χρόνια μαζί! Επίσης , σε ένα μήνα θα έκλεινε ένας χρόνος ,από τη στιγμή που άλλαξε η ζωή τους για πάντα! Ένας χρόνος ,που της φάνηκε αιώνας. Βραδιές αγωνίας και εξάντλησης , μοιρασμένες ανάμεσα στο νοσοκομείο και το σπίτι. Μα εκείνος , εκεί δίπλα της , φύλακας άγγελος.
Δεν την άφηνε στιγμή από τα μάτια του! Της χαμογελούσε, της έκανε αστεία, γινόταν ακόμα και συνεργός της στις αταξίες της, όταν εκείνη ήθελε να βγει να κάνει ένα τσιγάρο. Έκαναν δήθεν ότι περπατούσαν και το έσκαγαν σαν σχολιαρόπαιδα.
Υπήρχαν λοιπόν αυτές οι στιγμές, μα υπήρχαν και οι άλλες, οι πιο δύσκολες! Οι στιγμές που εκείνη , γινόταν αδύναμη και η καρδιά της και το κεφάλι της, πήγαιναν να σπάσουν. Τότε που συνειδητοποιούσε πως , τίποτα δεν θα ήταν το ίδιο με πριν! Τα μάτια της, γέμιζαν δάκρυα και θύμωνε. Ήθελε τη ζωή της πίσω. Εκείνος την έπαιρνε στην αγκαλιά του και της μιλούσε γλυκά!
Την παρηγορούσε, της έδειχνε πως ήταν δίπλα της, πως καταλάβαινε. Πως όλα θα πήγαιναν καλά. Πως για αυτόν , ήταν η πιο δυνατή γυναίκα που γνώρισε ποτέ και πως ήταν περήφανος που ήταν δική του! Μετά την άφηνε να ξεσπάσει , κρατώντας την σφιχτά, στη σιωπή.
Κι αυτή, μάζευε τα κομμάτια της, γιατί έτσι έπρεπε! Για εκείνον, γιατί κάθε φορά που σκεφτόταν την έννοια αγάπη, ανιδιοτέλεια , ευλογία , έβλεπε τη μορφή του! Συγκέντρωνε λοιπόν , όλη της την δύναμη και του χαμογελούσε. Όχι, δεν θα το έβαζε κάτω.
Θα πολεμούσε με όλη της την δύναμη, γιατί τίποτα δεν ήταν σαν την αγκαλιά του! Μόνο εκεί ένιωθε ασφαλής και προστατευμένη. Είχαν πολλά να αντιμετωπίσουν, μα είχαν και όνειρα. Είχαν ο ένας τον άλλο και αυτό και μόνο αυτό , ήταν αρκετό για να σηκωθεί, να του κρατήσει σφιχτά το χέρι και να του υποσχεθεί πως με τον ένα ή τον άλλο τρόπο θα τα κατάφερναν.
Ξύπναγε η λύκαινα, που έκρυβε μέσα της κι εκείνος άνοιγε και πάλι την αγκαλιά του χαμογελώντας και την κρατούσε τόσο σφιχτά, που εκείνη ένιωθε πως όλα της τα κόκαλα έμπαιναν στην θέση τους. Ήταν έτοιμη λοιπόν, για την επόμενη μάχη, του το χρωστούσε!