Γράφει η Κική Γιοβανοπούλου
“Εγώ θα είχα φύγει απ’ την πρώτη στιγμή!”, “Εκείνη φταίει που το επέτρεψε να συμβαίνει!”, “Εγώ δεν θα το ανεχόμουν”… κι άλλες πόσες “πέτρες” στα χέρια του κάθε “αναμάρτητου”, έτοιμες να πέσουν με μανία σε τσαλακωμένα κορμιά και τσακισμένες αξιοπρέπειες. Λόγια – σφαίρες που εκτοξεύονται ελαφρά τη καρδία και πυροβολούν ματωμένες ψυχές.
Αλήθεια… αναρωτήθηκες ποτέ σε πόσα σκοτάδια έτρεξε να κρυφτεί; Αναρωτήθηκες πόσες φορές πάλεψε με την ίδια την καρδιά της, πόσες φορές μάτωσε τα χείλη της, πόσες φορές έπνιξε με τα ίδια της τα χέρια την ψυχή της; Πόσες φορές μίσησε τον ίδιο τον εαυτό της, πόσες φορές τον έστησε στον τοίχο, τον δίκασε και τον καταδίκασε σε θάνατο ξανά και ξανά;
Κάθισες ποτέ να σκεφτείς κάτι απ’ όλα αυτά πριν σταθείς δίπλα σ’ όλους αυτούς τους “αναμάρτητους”, που ντυμένοι με τον μανδύα του ενδιαφέροντος και της συμπόνοιας δεν σταμάτησαν να λιθοβολούν εκείνη που ήταν λίγη, μικρή, αδύναμη, ανεπαρκής, στα διψασμένα για αίμα μάτια τους;
Ίσως δεν μπορείς να καταλάβεις πώς μπορεί να επέτρεπε να ανεχθεί συμπεριφορές που δεν της άρμοζαν, δεν της ταίριαζαν, δεν της άξιζαν. Ίσως δεν μπορείς ν’ αντιληφθείς πώς μπορεί να σκεφτόταν, να ένιωθε. Ίσως δεν μπορείς να αισθανθείς, αν δεν έχεις βιώσει αυτή τη δίνη να σε ρουφάει μ’ όλη της τη δύναμη, καταστρέφοντας κάθε λογική. Αν δεν έχει παίξει κάποιος τόσο ύπουλα και άγρια με το μυαλό σου, που να σε κάνει να το χάσεις.
Ή ίσως και όντως να είσαι αρκετά δυνατός, αρκετά ακέραιος, αρκετά ολοκληρωμένος για να ξέρεις πως εσύ θα ήσουν αλλιώς. Αν είσαι όμως, αυτό που θα έπρεπε να κάνεις είναι να γίνεις ασπίδα της να την προστατεύσεις, να γίνεις αγκαλιά να νιώσει ασφαλής. Αν είσαι, αυτό που θα έπρεπε να κάνεις, είναι να γίνεις το χέρι που θα την σηκώσει, όχι να κρίνεις, όχι να κατηγορείς, όχι να ζητάς λογικές εξηγήσεις. Να είσαι στο πλευρό της κι όχι απέναντί της με την πέτρα στα χέρια. Στο πλευρό της… “αναμάρτητε”!