Γράφει η Νατάσσα Σπύρου
Θέλω να μην ξεχάσω ποτέ εκείνα τα καλοκαίρια. Τα ανέμελα τα παιδικά, τότε που όλα ήταν αλλιώς. Πιο όμορφα, πιο αθώα, πιο απλά. Τότε που το μόνο που θέλαμε ήταν να μετράμε παγωτά, μπάνια, και πληγές στα γόνατα, τα παράσημα μας από το παιχνίδι στις αλάνες και στους δρόμους της γειτονιάς. Άλλαξε η γειτονιά μας, κοίτα, περισσότερος κόσμος, λιγότερες οι καλημέρες, περισσότερη βουή και αυτοκίνητα.
Θέλω να μην ξεχάσω ποτέ εκείνα τα καλοκαιρινά μας απογεύματα όταν το άναμμα των φώτων του δρόμου γινόταν το σινιάλο της επιστροφής μας στο σπίτι. Το σφύριγμα του πατέρα από το μπαλκόνι και η φωνή της μάνας για να αφήσουμε επιτέλους το παιχνίδι. Δύσκολο πράγμα για μας, που κλείναμε ραντεβού για την επόμενη μέρα και τη συνέχεια των περιπετειών της ομάδας.
Και τι ομάδα! Εξερευνητών και σούπερ ηρώων. Κυνηγοί φαντασμάτων και εξολοθρευτές των κακών. Καπετάνιοι πλοίων πειρατικών σε ήρεμα και ρηχά νερά. Και ποιος θα γίνει ο αρχηγός; ΕΓΩ! Όχι, ΕΓΩ! Ο μόνιμος καυγάς της παρέας. Φορούσαμε τις μπέρτες μας τις μαγικές και ξεχυνόμασταν για νέες περιπέτειες.
Γέλια, φωνές χαρούμενες, παιχνίδια, μια γειτονιά ένα σπίτι, μια οικογένεια. Αγόρια εναντίων κοριτσιών, κότες και ιππότες, πριγκίπισσες και αλήτες για να δούμε ποιος στο τέλος θα είναι αυτός που θα φαγωθεί. Σφεντόνες και νεροπίστολα τα «όπλα» ενάντια στους εχθρούς της πάνω γειτονιάς. Τα κορίτσια κερκίδα στην αλάνα, όταν έπαιζαν μπάλα τα αγόρια με τρόπαιο παγωτό από το ψιλικατζίδικο της γειτονιάς. Ατελείωτες βόλτες με τα ποδήλατα και αλίμονο σε όποιον έμπαινε στον δρόμο μας.
Θέλω να μην ξεχάσω ποτέ τα πρώτα σκιρτήματα της παιδικής μου καρδιάς. Τα βλέμματα τα κρυφά, τα χάχανα, και τις κόντρες που έκρυβαν πίσω τους έρωτες της παρέας. Τις ατελείωτες συζητήσεις με θέματα άκρως σοβαρά που απασχολούσαν τότε το παιδικό μας μυαλουδάκι. Τις κυριακάτικες εξορμήσεις μας στην εξοχή, παρέες μεγάλες, όλοι μια αγκαλιά γεμάτοι ελπίδες και όνειρα.
Θέλω να μην ξεχάσω ποτέ αυτό το παιδί που υπάρχει μέσα μου. Αυτό το παιδί που ελπίζει και ονειρεύεται άλλους κόσμους. Αυτό το παιδί που ζει για την αγάπη, την πραγματική, πέρα από συμβιβασμούς και πρέπει. Φτιάξε το μικρό πειρατικό μας καραβάκι και πάμε να σαλπάρουμε επιτέλους σε ήρεμα νερά, μακριά από φουρτούνες.
Να ατενίσουμε ορίζοντες νέους πέρα από τον όχλο και την υποκρισία της εποχής και της ηλικίας μας. Πάμε να ζήσουμε μια τελευταία φορά το παραμύθι, να σκοτώσουμε τους δράκους και να γυρίσουμε στο κάστρο νικητές μα πάντα παιδιά.