Γράφει η Νάνσυ Δημητρακοπούλου
Πέρασαν σχεδόν 2 χρόνια από τότε που σου ζήτησα να χωρίσουμε. Σου ήρθε ξαφνικό, δεν πίστευες ότι θα σου έλεγα εγώ ποτέ κάτι τέτοιο. Νόμιζες ότι δεν το εννοούσα κι ότι θα άλλαζα γνώμη, αλλά έκανες λάθος. Τότε τουλάχιστον. Τώρα αν μπορούσα να γυρίσω το χρόνο πίσω, θα έμενα μαζί σου, δίπλα σου, εκεί που ανήκα.
Δε μου ήταν καθόλου εύκολο να σου πω “τελειώσαμε, φτάνει, ως εδώ ήταν, δεν πάει άλλο”. Αλλά βρήκα το θάρρος και τη δύναμη να το κάνω, πάνω σε μία από τις άπειρες εκρήξεις θυμού που είχα το τελευταίο διάστημα. Δεν το έκανα μόνο για μένα, αλλά και για τους δυο μας. Καταλάβαινα ότι δεν είσαι πια ευτυχισμένος μαζί μου.
Ήξερες ότι σε αγαπούσα, το ένιωθες, το ίδιο κι εγώ, αλλά η συνήθεια και η ρουτίνα μας είχε απομακρύνει. Η χημεία που είχαμε μεταξύ μας όταν γνωριστήκαμε δεν υπήρχε πια. Η φλόγα είχε σβήσει και το πάθος είχε χαθεί με τον καιρό. Είχαμε πολλά προβλήματα και ξεσπούσε ο ένας στον άλλον, κάτι που δεν έπρεπε να αφήσουμε να συμβεί.
Τώρα πια κατάλαβα ότι δεν άξιζε να βάζουμε εμπόδια στη σχέση μας και οφείλαμε να την προστατεύσουμε από κάποιους καλοθελητές που μας ήθελαν χώρια. Οι συγκυρίες μας κρατούσαν σε απόσταση, όχι μόνο σωματική, αλλά και ψυχική. Έπρεπε να είμαστε ενωμένοι και να αντιμετωπίσουμε τα όποια προβλήματα μαζί, σαν μια γροθιά.
Ξέρω ότι τώρα πια είναι αργά να μετανιώνω για τα λάθη μου, αλλά αυτό που έχει σημασία είναι ότι έστω και αργά τα αναγνωρίζω και αναλαμβάνω την ευθύνη των πράξεων μου. Αυτά τα λάθη πληρώνω τόσο καιρό και δυστυχώς δεν μπορώ να τα προσπεράσω έτσι απλά, σα να μην έχουν συμβεί ποτέ. Τελικά δεν είμαι τόσο δυνατή όσο ήθελα να δείχνω.
Δεν μπορώ να σε ξεχάσω, μου φαίνεται αδιανόητο, τα πάντα γύρω μου σε θυμίζουν. Είσαι κομμάτι της ζωής μου, ίσως το πιο σημαντικό, αλλά πρέπει κάποια στιγμή να σε αφήσω πίσω μου και να προχωρήσω, όπως έκανες κι εσύ. Το οφείλω στον εαυτό μου. Μου χρωστάω την ευτυχία μου. Μάλλον εσύ ήσουν πιο δυνατός από μένα, κατάφερες να ξεχάσεις πιο εύκολα.
Τελικά έχουν δίκιο αυτοί που λένε ότι “όταν χάσεις κάποιον καταλαβαίνεις την αξία του”. Και τι δε θα έδινα να σε είχα πάλι εδώ δίπλα μου, συνοδοιπόρο στο ταξίδι αυτό που λέγεται ζωή. Θα έκανα τα πάντα διαφορετικά και δε θα άφηνα να μπει ανάμεσα μας τίποτα και κανείς. Αλλά, δυστυχώς, τώρα πια είναι αργά, το ξέρουμε και οι δύο, όλα έχουν τελειώσει.
Μόνη μου παρηγοριά είναι το ότι μπορεί να έσβησε η φλόγα μεταξύ μας, αλλά η σπίθα της αγάπης που μας κρατούσε ενωμένους είναι ακόμα εκεί. Έτοιμη να ανάψει, κάθε φορά που συναντιούνται τα βλέμματα μας. Και τότε, ναι, νιώθω ότι ακόμα με αγαπάς και μια λάμψη ευτυχίας σχηματίζεται στο πρόσωπο μου. Ό,τι κι αν γίνει, όσα χρόνια κι αν περάσουν, εγώ ακόμα θα σε αγαπώ και θα σε περιμένω..