Γράφει η Ειρήνη Αντωνάκη
Μου λες ευθέως ότι φοβάμαι, κάθε φορά η δειλία με κατευθύνει και δεν αφήνομαι.
Με κατηγορείς ότι καταστρέφω οτιδήποτε όμορφο πάει να δημιουργηθεί χωρίς να του δώσω μια ευκαιρία. Μπορεί να έχεις δίκιο, δεν το αμφισβητώ αλλά έτσι έχω μάθει.
Όταν μεγαλώνεις σε συνθήκες όπου τα όμορφα είναι διάσπαρτα και εσύ τα κυνηγάς, μαθαίνεις να είσαι συγκρατημένη όταν το όμορφο έρχεται και σε βρίσκει μόνο του.
Όταν μεγαλώνεις και βλέπεις γύρω σου ανθρώπους να ξεθωριάζουν τον έρωτα, πως μπορείς να πιστέψεις ότι υπάρχουν άνθρωποι που παλεύουν για αυτόν;
Υπάρχουν άνθρωποι μωρό μου που με το φόβο μεγάλωσαν και με την ασφάλεια χώρισαν πρώτού καλά-καλά τη γνωρίσουν.
Αυτοί οι άνθρωποι στα όμορφα μοιάζουν σαν να κρατιούνται από μία λεπτή κλωστή και σε δεύτερα μπορούν να την αφήσουν για να πέσουν στο κενό που έχουν μάθει τόσα χρόνια.
Μην απαιτείς από αυτούς τους ανθρώπους να αφεθούν στο άγνωστο όταν οι ίδιοι παλεύουν με το δικό τους άγνωστο και άκρη δεν έχουν βγάλει.
Μέσα σε αυτούς τους ανθρώπους ανήκω και εγώ οπότε μην μου ζητάς να περάσω τα όρια με τα οποία έχω μάθει να ζω.
Θα φεύγω πάντα λίγο πριν αφεθώ σε συναισθήματα και ιστορίες που δεν γνωρίζω, λίγο πριν συναντήσω το όμορφο και θα επιστρέφω στο χάος που έχω μάθει να ζω.
Θα φεύγω πάντα λίγο πριν το σημείο που τα συναισθήματα θα παίρνουν τα ινία και η λογική θα υποχωρεί. Θα φεύγω μακριά και θα επιλέγω το χάος μου μιας και είναι το μόνο μέρος που νιώθω οικεία.