Γράφει η Πράξια Αρέστη
Όλοι μιλάνε γι’ αυτούς που μένουν. Κανείς γι’ αυτούς που φεύγουν.
Ξέρει κανείς πόσο πάλεψε κάποιος πριν φύγει;
Ξέρει κανείς πόσο δύσκολη ήταν η απόφαση να φύγει;
Ξέρει κανείς αν ήθελε να μείνει; Αν αναγκάστηκε να φύγει;
Αν δεν του άφησαν επιλογή;
Ξέρει κανείς πόσο πόνεσε πριν τα παρατήσει; Πριν παρατήσει
έναν έρωτα, μια σχέση, ένα γάμο;
Ξέρει κανείς πόσες φορές πόνεσε, πόσες φορές τον πλήγωσαν,
πόσες φορές μιλούσε και κανείς δεν άκουγε γιατί ήθελα να κάνουν τα δικά τους,
πόσες φορές ένιωσε μόνος και δυστυχισμένος;
Ξέρεις κανείς πόσο αγάπησε και από που πήρε τη δύναμη τελικά να φύγει;
Πώς θα έκανε τα πάντα για να μείνει;
Κι αν ξέρατε ότι φεύγει γιατί αποφάσισε να αγαπήσει περισσότερο τον εαυτό και
θέλει να τον δει ευτυχισμένο και να τον θεραπεύσει, θα τον εκτιμούσατε;
Κι αν φεύγει επειδή δεν τον αγάπησαν όπως του άξιζε; Επειδή τον χρησιμοποιήσαν;
Επειδή τον εκμεταλλεύτηκαν; Ποιος το ξέρει;
Σίγουρα όχι αυτός που κρίνει.
Κανείς δεν ρωτάει αυτόν που φεύγει, αν είναι καλά.
Όλοι νομίζουν ότι είναι ο πιο κακός, ο πιο δυνατός.
Σχεδόν όλοι θα πάρουν το μέρος αυτού που μένει. Όλοι όσοι δεν ξέρουν.
Αυτός που φεύγει κάποτε πονάει… κάποτε δεν έχει επιλογή.
Δεν σημαίνει ότι δεν χρειάζεται κανέναν. Δε σημαίνει ότι δεν αγαπάει.
Δεν σημαίνει ότι είναι δειλός και τα παρατάει. Κάποτε σημαίνει ότι εξάντλησε κάθε προσπάθεια πριν φύγει.
Ότι έχασε ήδη αρκετό χρόνο για να βλέπει τη ζωή του να επαναλαμβάνεται
και να του ανοίγουν συνέχεια τις ίδιες πληγές.
Αυτός που φεύγει ίσως άργησε, μα ίσως επιτέλους να αγάπησε λίγο τη ζωή του παραπάνω.
Ίσως να τον έκαναν να νιώθει τόσο άσχημα, που η μοναξιά να του μοιάζει λύτρωση.
Την επόμενη φορά που θα κρίνεις κάποιον που φεύγει, πρώτα ρώτα τον τι πέρασε…
Ξέρει κανείς πόσο πάλεψε κάποιος πριν φύγει;
Ξέρει κανείς πόσο δύσκολη ήταν η απόφαση να φύγει;
Ξέρει κανείς αν ήθελε να μείνει; Αν αναγκάστηκε να φύγει;
Αν δεν του άφησαν επιλογή;
Ξέρει κανείς πόσο πόνεσε πριν τα παρατήσει; Πριν παρατήσει
έναν έρωτα, μια σχέση, ένα γάμο;
Ξέρει κανείς πόσες φορές πόνεσε, πόσες φορές τον πλήγωσαν,
πόσες φορές μιλούσε και κανείς δεν άκουγε γιατί ήθελα να κάνουν τα δικά τους,
πόσες φορές ένιωσε μόνος και δυστυχισμένος;
Ξέρεις κανείς πόσο αγάπησε και από που πήρε τη δύναμη τελικά να φύγει;
Πώς θα έκανε τα πάντα για να μείνει;
Κι αν ξέρατε ότι φεύγει γιατί αποφάσισε να αγαπήσει περισσότερο τον εαυτό και
θέλει να τον δει ευτυχισμένο και να τον θεραπεύσει, θα τον εκτιμούσατε;
Κι αν φεύγει επειδή δεν τον αγάπησαν όπως του άξιζε; Επειδή τον χρησιμοποιήσαν;
Επειδή τον εκμεταλλεύτηκαν; Ποιος το ξέρει;
Σίγουρα όχι αυτός που κρίνει.
Κανείς δεν ρωτάει αυτόν που φεύγει, αν είναι καλά.
Όλοι νομίζουν ότι είναι ο πιο κακός, ο πιο δυνατός.
Σχεδόν όλοι θα πάρουν το μέρος αυτού που μένει. Όλοι όσοι δεν ξέρουν.
Αυτός που φεύγει κάποτε πονάει… κάποτε δεν έχει επιλογή.
Δεν σημαίνει ότι δεν χρειάζεται κανέναν. Δε σημαίνει ότι δεν αγαπάει.
Δεν σημαίνει ότι είναι δειλός και τα παρατάει. Κάποτε σημαίνει ότι εξάντλησε κάθε προσπάθεια πριν φύγει.
Ότι έχασε ήδη αρκετό χρόνο για να βλέπει τη ζωή του να επαναλαμβάνεται
και να του ανοίγουν συνέχεια τις ίδιες πληγές.
Αυτός που φεύγει ίσως άργησε, μα ίσως επιτέλους να αγάπησε λίγο τη ζωή του παραπάνω.
Ίσως να τον έκαναν να νιώθει τόσο άσχημα, που η μοναξιά να του μοιάζει λύτρωση.
Την επόμενη φορά που θα κρίνεις κάποιον που φεύγει, πρώτα ρώτα τον τι πέρασε…