Και τώρα πρέπει να βρώ δυο λόγια να σου πώ…
Τις βρήκα έτοιμες τις λέξεις.
Δεν έφτιαξα καμία μόνη μου…
Αυτό είναι άδικο για σένα. Θέλω να βρω κάτι που να είναι ΜΟΝΟ για σένα. Να μην χωράνε μέσα τόσοι και τόσοι.
Δεν ήσουνα σαν τόσους και τόσους».
ΔΕΝ ΗΜΑΣΤΑΝ ΕΜΕΙΣ ΟΙ ΔΥΟ ΣΑΝ ΤΟΣΟΥΣ ΚΑΙ ΤΟΣΟΥΣ…
ΚΑΝΕΝΑΣ δεν εχει περάσει, όσα εμείς.
ΚΑΝΕΝΑΣ δεν έχει την δικιά μας οικειότητα, ΚΑΝΕΝΑΣ δεν εχει νιώσει μέσα του τόση αγαπη.
Τόσο πόνο, τόσο θυμό.
«Δεν θέλω να σε ντύσω με φορεμένα ρούχα.
Φθαρμένους αγκώνες και γόνατα, θα΄ναι σαν να σε ντύνω με λυγίσματα,
ΣΑΝ ΝΑ ΠΡΟΔΙΔΩ ΠΩΣ ΕΓΩ ΤΟΥΛΑΧΙΣΤΟΝ ΣΕ ΕΙΧΑ ΔΕΙ ΝΑ ΚΛΑΙΣ.»
Και οχι μόνο μια φορά. ΘΥΜΑΣΑΙ; Τότε,ναι!
Εκείνο το βράδυ, που έσκυψες το κεφάλι σου και μου είπες:
«Εντάξει; Με είδες να κλαίω, ικανοποίησες τον εγωισμό σου;»
Και εγώ ήρθα κοντά σου και σε αγκάλιασα.
Σου είπα πως, ποτέ δεν είχα εγωισμό απέναντι σου.
Απόρησα,πως εκείνη τη στιγμή ξέχασες την φράση που κάποτε μου είχες πεί:
«Εσύ με αγαπάς αληθινά και φαίνεται δεν βάζεις κανέναν εγωισμό.»
Θεέ μου, ήταν η πιο μεγάλη ανταμοιβή που θα μπορούσες να μου δώσεις.
Και λοιπόν;
«Γιατί να τους το πώ; Θα καίγονται να μάθουν πως ήσουν ίδιος με κείνους, πως δεν ήσουν δα και κάτι διαφορετικό.
ΔΕΝ ΘΑ ΤΟΥΣ ΑΦΗΣΩ, να σε θυμούνται στα μέτρα τους.»
Δεν ήσουν εσύ, για τα δικά τους μέτρα και ποτέ δεν θα είσαι.Δεν έχεις μέτρο! Γίνεσαι ανεξέλεγκτος, κτητικός, δείχνεις πως ποτέ δεν με αγάπησες.
Και ξέχασες τα πάντα…
Γίνεσαι ο μεγαλύτερος μαλάκας, ματάκια.
Παράλληλα όμως και όλα αυτά τα υπέροχα που τότε αγάπησα και κόλλησα. Αλλά μάλλον και αυτά έχουν χαθεί…
Ή μπορεί πάλι να φταίω εγώ που μένω προσκολλημένη στο παρελθόν και δεν θέλω ΚΑΝΕΝΑΣ άλλος να μου δώσει.
Φταίω εγώ που δεν τους ακούω, να μου λένε να σου κάνω κακό.
Μα πως μπορείς να πληγώσεις κάποιον που αγάπησες;
Μια, δύο, τρείς φορές είναι λάθος.
Μπορώ να το καταλάβω. Μετά όμως, είναι επιλογή.
Εγώ λοιπόν, δεν πρόκειται να γίνω σαν και εσένα.
Εγώ οτι έκανα, το μετάνιωσα, το έδειξα.
Εμένα δεν με μεγάλωσαν, έτσι…
Είχα καιρό να μιλήσω για εσένα, ΝΟΜΙΖΑΝ ΠΩΣ ΜΟΥ ΠΕΡΑΣΕΣ.
Πως κατάλαβα, πόσο μεγάλο κακό μου είχες κάνει.
Με ρωτούσαν «καλά εγωισμό δεν έχεις; Αξιοπρέπεια;»
Δεν τους απαντούσα! Έκλεινα τα μάτια και σαν να ηχούσε στα αυτιά μου η φωνή της αγαπημένης μου Μαλβίνας να μου λέει:
«Στον έρωτα όταν έχεις σταθερές βάσεις, καλή ανατροφή και σωστές χαρακτηρολογικές δομές.
Την χάνεις την αξιοπρέπεια σου, απέναντι στον άλλον…
Διαφορετικά είσαι βλάκας.»
Πίστευαν λοιπόν, πως κατανόησα οτι δεν μπορούσες να με πονέσεις άλλο. Οτι δεν μπορούσες να τους αφήσεις, να με πονέσουν άλλο.
Λάθος τους, όμως. Το μόνο που έκανα ήταν να σε κρατάω μέσα μου, φυλαγμένο. Έτσι και αλλιώς ΟΠΩΣ ΣΕ ΕΖΗΣΑ ΕΓΩ ΔΕΝ ΘΑ ΣΕ ΖΗΣΕΙ ΚΑΝΕΝΑΣ ΑΛΛΟΣ.
«Αν δεν πονάνε κάθε φορά, αν δεν τους σκοτώνει που δεν σε έζησαν, που δεν ήταν εκείνοι αυτό που ήμουν εγώ για σένα, που δεν θα γίνουν ποτέ αυτό που ήσουν εσύ για μένα, ας μην σε θυμούνται καθόλου.»
Θέλω μόνο εγώ να σε θυμάμαι, να ξέρω πως σου ανήκω.
Πως ΠΑΝΤΑ ένα κομμάτι μου, θα σε περιμένει.
ΟΛΟ ΤΟ ΣΩΜΑ ΜΟΥ ΘΑ ΣΕ ΠΕΡΙΜΕΝΕΙ.
Να φοβάμαι και να τρέμω για να μη τυχόν με αγγίξει άλλος και ας συμβαίνει αυτό γιατί εσύ με έκανες να φοβάμαι τους ανθρώπους.
Άλλωστε, τι με νοιάζουν οι άλλοι;
Σου έχω πεί, για τους άλλους.
Τότε, εκείνα τα βραδιά που σε κοιτούσα στα μάτια.
Ξέρεις, εσύ.
Και τώρα;Τώρα που μας χωρίζουν, τόσα μίλια;
Έφυγα, ματάκια. Έπρεπε να φυγω μακριά, μου είπαν.
Με ανάγκασαν, δεν ήθελα.
«Στον δρόμο, φεύγοντας, σταύρωσα με δύο παιδιά.
Το ένα σου έμοιαζε, σε εκείνη την φωτογραφία με τους γονείς σου.
Σε μία θάλασσα, που δεν θυμόσουν…»
Και με ρώτησαν: “τί τον είχες;”
ΡΩΤΗΣΑΝ ΕΜΕΝΑ ΤΙ ΣΕ ΕΙΧΑ!
Πάγωσα, έμεινα να τους κοιτώ…
Προσπάθησα να σκεφτώ μα δεν μπορούσε να βγεί λέξη από το στόμα μου.
Εικόνες περνούσαν, μπροστά απο τα μάτια μου.
Μα καλά, ΓΙΑΤΙ ρώτησαν εμενα; Τι θα τους πρωτοέλεγα;
Σε ποιές λέξεις, θα χωρούσαν όλα αυτά τα συναισθήματα;
Όλη αυτή η ΑΓΑΠΗ, όλος αυτός ο θυμός που τώρα έχω μέσα μου για έσενα;
Χαμογέλασα…
«Τους είπα πως… ήσουν το όνομά μου…Ήσουν, το όνομα μου…»
Έτσι λέει τόση ώρα το τραγούδι, της λατρεμένης μου Μποφίλιου…
Πως ήσουν, το όνομα μου και πως…
«Από δω και πέρα πια, μπορούν να σε φωνάζουν όπως θέλουν…»