Γράφει η Πράξια Αρέστη
Από τότε που αποφάσισα να σε αφήσω πίσω μου και να προχωρήσω, το ‘χω ρίξει στη δουλειά. Κάθομαι όλη μέρα πάνω σε ένα υπολογιστή και παλεύω με τα κουμπιά. Δεν σκέφτομαι τίποτα πια. Δεν σκέφτομαι ότι μου λείπεις. Δεν σκέφτομαι τι μαλακία να σου πω μπας και μου μιλήσεις λίγο. Δεν σκέφτομαι πότε θα έρθεις, δεν περίμενω πότε θα στείλεις.
Έχουν ηρεμήσει τα μέσα μου. Έχουν αδειάσει κιόλας αλλά αυτό δεν έχω χρόνο να το σκέφτω. Έχω πολλές δουλειές να κάνω. Πολλές. Δε με νοιάζει να βγω. Έχω δουλειές. Δε με νοιάζει ο έρωτας. Έχω δουλειές. Και είναι κρίμα να το λέω τόσο νωρίς στη ζωή μου, οι δουλειές μου σπάζουν τα νεύρα, όμως, γρήγορα το ξεπερνώ.
Όταν εσύ μου έσπαζες τα νεύρα, αρρωστούσε το σώμα και η ψυχή μου.
Νιώθω ότι σώθηκα από σίγουρο θάνατο. Η ζωή δεν είναι και τόσο γλυκιά χωρίς να έχεις κάποιον να αγαπάς και να περιμένεις. Όμως, είναι σίγουρα καλύτερη από το να ζεις στην αμφιβολία, στην αβεβαιότητα, το ψέμα και τις ψεύτικες προσδοκίες.
Να θυμάσαι ότι ήσουν πάντα αυτός που προτιμούσε να φύγει από το να συζητήσει μαζί μου.
Τόσο χαμηλά ήμουν στις προτεραιότητές σου και στην έννοια σου.
Να θυμάσαι ότι ήσουν πάντα αυτός που αντί να πει, “συγγνώμη, θέλω να το ξεπεράσουμε αυτό”, ήσουν αυτός που δικαιολογούσε τα λάθη του και με έβγαζε τρελή.
Να θυμάσαι ότι εσύ με έδιωχνες. Δεν έφευγα. Και αν νόμιζες ότι πάντα θα επιστρέφω, έπεσες έξω.
Τελοσπάντων, δεν έχω καθόλου χρόνο για το παρελθόν. Δεν έχω καθόλου χρόνο για σένα, για συζητήσεις, για να φτιάξω πράματα μόνη μου και δεν έχω καθόλου πια την υπομονή να ξαναρχίσω ούτε να περιμένω κάποιον που το θεωρεί ιδιοτροπία μου να έρχεται.
Δεν έχω καθόλου χρόνο, έχω πολλές δουλειές που με περιμένουν. Και δε με νοιάζει πια για σένα γιατί είσαι ένας μνησίκακος άνθρωπος, γεμάτος εγωισμό και νεύρα, φυλακισμένος και καταταστρέφεις όποιον σ’ αγαπάει.
Κάποτε σε λυπάμαι. Κάποτε όταν σταματήσει η σκέψη μου σε σένα. Κάποτε νιώθω την αδικία από τον απαίσιο τρόπο που πάντα φερόσουν να μου δένει κόμπο τον λαιμό. Όμως, ευτυχώς, έχω δουλειά και αμέσως το ξεπερνώ.
Κάποτε νιώθω και ότι μου λείπεις, όμως, αμέσως θυμάμαι ότι δεν σταμάτησες ποτέ να φέρεσαι σκάρτα και να λες ψέματα. Να με θες τη μια μέρα και την επόμενη να με αποφεύγεις. Να σου λέω να μην με πληγώνεις και να γίνεσαι χειρότερος.
Δεν έχω γνωρίσει τίποτα χειρότερο στη ζωή μου από την περιφρόνησή σου. Νομίζεις με αγγίζει, όμως, πρώτα περιφρονείς τον εαυτό σου. Απορρίπτεις τον εαυτό σου. Τα βάζεις με τον εαυτό σου και σου φταίνε όλοι.
Όμως, δεν έχω χρόνο πια να ασχολούμαι μαζί σου. Έχω πολλές δουλειές. Πολλά ανούσια και βαρετά πράγματα που γεμίζουν τις μέρες μου και το χρόνο μου που κυλάει τόσο γρήγορα και αφήνει θαμμένα όνειρα και επιθυμίες να πεθαίνουν πριν ζήσουν. Πολλά και άχρηστα, όμως, καλύτερα από σένα.
Καλύτερα από έναν άνθρωπο που το μόνο που ξέρει είναι να κρύβεται, να φωνάζει, να αποφεύγει τις απαντήσεις και τις συζητήσεις και στο τέλος να εξαφανίζεται. Όλα είναι καλύτερα από έναν άνθρωπο που πάντα σε εγκαταλείπει. Που δεν έχει χρόνο για σένα. Που είναι πάντα γεμάτος άμυνες. Που δεν εκφράζεται και δεν επικοινωνεί σωστα.
Σταματώ να γράφω, όμως τώρα. Έχω πολλές δουλείες και δεν προλαβαίνω. Δεν προλαβαίνω να αγαπώ πια χωρίς ανταπόκριση και χωρίς στιγμές. Δεν προλαβαίνω να νιώθω τίποτα για όσους επέλεξαν την φυγή και την πληγή. Δεν προλαβαίνω να ζήσω αλλά ούτε συ ζεις. Κι ήταν η επιλογή σου που μας αναγκάσε να ζούμε έτσι για πάντα.