Γράφει η Ζωή Τριανταφυλλοπούλου
Μόνο εσύ με ηρεμείς
Μόνο εσύ διώχνεις τους φόβους και τα σκοτάδια μου. Και έχω πολλά, εγώ η φωτεινή για τους άλλους. Παλεύω καθημερινά με τα γιατί, τώρα, εγώ εδώ μου.
Φτάνει ένα αστείο σου στην άλλη άκρη της γραμμής που θα με ξεκολλήσει απο το βουτηγμένο μέχρι το λαιμό άγχος του μυαλού μου.
Μια κουβέντα σου άσχετη φαινομενικά για την καθημερινότητα μας που μπορεί όμως και δηλώνει παρουσία.
Ένα τι κάνεις κοριτσάκι μου που με κάνει έστω στιγμιαία κοριτσάκι ξανά σε μια παιδική ηλικία που έχω ξεχάσει πως είναι ή δεν ξέρω και αν ποτέ την έζησα. Μεγάλη η δύναμη της στιγμής.
Μια αγκαλιά όταν η παλαβή τρεχάλα μίας μέρας τελειώσει. Μεγάλη κουβέντα αυτή η αγκαλιά.
Ήσουν παρατηρητής, ήσουν κάποιος που ήρθε από κάπου στα δήθεν ξαφνικά και με μαθαίνει τι είναι ζωή. Και έγινε σπίτι μου. Λημέρι και σπηλιά μου αν χρειαστεί να κρυφτώ από όλα αυτά που νιώθω πως με κατατρέχουν για να με αφήσουν ταπί και ψύχραιμη από ενέργεια και συναίσθημα στο τέλος μιας μέρας που επαναλαμβάνεται απαράλλαχτη σαν τις παλιές κόπιες του καρμπόν. Με γράμματα όμως όλο πιο άχνα γιατί η αντοχή στερεύει.
Μαθαίνω μαζί σου να ανασαίνω ζωή από την αρχή. Έχω ζήσει πολύ σαν καλός στρατιώτης βλέπεις. Με τόνους ενοχές στην πλάτη για να τηρώ την υπόσχεση του καλού παιδιού που έτσι αποφάσισαν οι γύρω μου πως πρέπει να είμαι.
Μαζί σου όμως μπορώ να είμαι τελικά ό,τι γουστάρω. Απλά εγώ, χωρίς πρόσημο καλού ή κακού παιδιού, χωρίς να χρειάζεται να σε πείσω για κάτι. Πόσο ανακουφιστικό όμως όλο αυτό όταν διαρκώς κάποιος περνά εξετάσεις.
Μπορώ να κυνηγάω τον επιούσιο, να τρέχω όλη μέρα, να αγχώνομαι για υποχρεώσεις μαζί με όλα τα “ξόβεργα” που έστησα και ονομάζω δική μου ζωή, άσχετα αν γίνονται θηλιά στο λαιμό μου τόσο συχνά ή αγκάθια που πληγώνουν τα βήματα μου για κείνο το ξέφωτο που θέλω να φτάσω. Τα μπορώ όλα αυτά, τα μπορούσα και πριν από σένα, από εγωισμό να μην μου επιτρέψω να λυγήσω, από κεκτημένη ταχύτητα, από τσαμπουκά και πείσμα ποιος ξέρει…
Όμως τώρα ξέρω ότι μετά από όλο αυτό το τρελό κυνηγητό είσαι εσύ κάπου και με περιμένεις.
Ήρθες.
Υπάρχει αυτή η αγκαλιά. Για μένα που μ’ αφήνει να αφήνομαι. Για όσο χρειάζεται, χωρίς μετρονόμο.
Χωρίς εξηγήσεις, χωρίς επίδειξη αποδείξεων, ένα χαμόγελο και μια βαθιά ανάσα είναι αρκετά. Και ένα φιλί.
Χωρίς πολλά λόγια, χωρίς καθόλου λόγια.
Μια αγκαλιά που κουμπώνει και είναι εκεί ξορκίζοντας κάθε απουσία στην μετρημένη ζωή μου.
Μείνε.
Comments are closed