Γράφει η Ρούλα Παγιαλάκη
Με πήρες τηλέφωνο έτσι ξαφνικά.
Ήταν το τελευταίο πράγμα που περίμενα.
Με είδες στον ύπνο σου μου είπες, ανησύχησες, ήθελες να μάθεις ότι είμαι καλά.
Σου απάντησα ότι είμαι μία χαρά και ότι όλα είναι εντάξει.
Έτσι είπα στον εαυτό μου τότε, έτσι λέω και τώρα.
Όλα είναι εντάξει.
Ότι όλα θα πάνε καλά.
Και πήγαν.
Εγώ τα πήγα.
Όλα κύλησαν ξανά.
Βρήκαν τον ρυθμό τους.
Μαζί και εγώ.
Μαζί και εσύ.
Η ζωή συνεχίστηκε, προχώρησε, τάχα;
Εγώ παρακάτω, εσύ πιο πίσω.
Όλα νορμάλ.
Όλα εντάξει.
Αυτό υποκρινομασταν για πολύ καιρό.
Στο τέλος το πιστέψαμε, μαζί με όλους.
Μα γιατί με ψάχνεις ακόμα στο πλήθος.
Γιατί δεν κοιμάσαι τα βράδια;
Γιατί είναι τα μάτια σου συνέχεια μπροστά μου;
Γιατί μέσα σε όλα είσαι εσύ;
Γιατί πάγωσε το γέλιο;
Γιατί σκιρτας στ’ όνομά μου;
Γιατί σε συγκρίνω με όλα;
Γιατί πονά το κορμί σου;
Νόμιζα θα ήταν εύκολο.
Νόμιζες δεν θα τολμήσω.
Να ξέρεις πάντα θα σχηματίζεις τον αριθμό μου στο κινητό σου. Και πάντα θα τον σβήνεις.
Κάποια πράγματα χαράζονται στο μυαλό μας.
Κάποιοι άνθρωποι χαράζουν την ψυχή μας.
Με πήρες τηλέφωνο ξαφνικά.
Σου είπα “όλα καλά”.
Δυο τα ψέματα.
Αφιερωμένο..