Γράφει η Νάγια Γιαννιτσάκη
Κάποιος είπε, «ή ζεις γι’ αυτό που είσαι ή γι’ αυτό που δε θα γίνεις ποτέ»
Εσύ; Ζεις γι’ αυτό που είσαι ή ζεις προσπαθώντας να γίνεις κάτι άλλο;
Δε θέλω να εστιάσω στο τι είναι λάθος ή σωστό.
Για τον καθένα μας διαφέρει. Και το σέβομαι.
Θέλω μόνο να σου θυμίσω κάτι.
Κάτι που ίσως, ώρες ώρες το ξεχνάς.
Ή σε κάνει να το ξεχνάς, ο ίδιος σου ο κόσμος.
Αυτός που συνεχίζει να ζει με σκουριασμένα στερεότυπα, που κόβουν και μολύνουν.
Που ακόμα δεν μπορεί να δεχτεί, όσα ο ίδιος δεν είναι. Λες και η γη όλη του ανήκει.
Που τον πληρώνεις αδρά μα εκείνος συνεχίζει να φέρεται λες και του χρωστάς ότι είσαι και ότι έχεις.
Που σε θέλει υγιή, μα σε βομβαρδίζει συνεχώς με τα άρρωστα του πρότυπα.
Πρότυπα που σε θέλουν τέλειο, κατά τα δικά του δεδομένα, γιατί έτσι μόνο θα είσαι αρεστός.
Σε θέλουν κυνικό αρπακτικό, για να πουλάς.
Σε θέλουν λειτουργικό και πάντα διαθέσιμο, να του δίνεις το 100% σου, για να επιβιώσεις. Πλασάρει την ανάγκη του για ανάγκη σου.
Και αυτό πως επιδρά; Σε εσένα. Σε εμένα.
Μια σπασμένη καθημερινότητα, τρεχάλα και στρες,
ένα μόνιμο πρεσάρισμα να ανέβεις, να φτάσεις, να γίνεις…
Να γίνεις τι;
Τι θες να γίνεις;
Αυτό θες;
Πραγματικά το θες ή κυνηγάς ξένα φαντάσματα;
Γιατί εγώ ξέρω πως όταν βάζουμε έναν δικό μας, ολόδικό μας στόχο, τα μάτια μας λάμπουν, μιλάμε με πάθος για όσα θέλουμε να κυνηγήσουμε.
Η καρδιά μας χτυπά πιο δυνατά, όταν κάνουμε εικόνα τα όνειρα μας.
Στεκόμαστε στις μύτες. Απλώνουμε το χέρι, ρισκάρουμε να πέσουμε. Μα αξίζει.
Εσύ; Γιατί είσαι σκυθρωπός, άτονος;
Χαμογέλα μου.
Ξέχασες να χαμογελάς. Άξιζε τελικά το ρίσκο;
«Θέλω να ξεχωρίσω».
Με αυτά τα λόγια σε θυμάμαι να ξυπνάς και να κοιμάσαι.
Μια ιδέα είχε ριζώσει μέσα σου, σε έτρωγε. Ξεζούμιζε το είναι σου.
Και εσύ κάθε μέρα προσπαθούσες πιο σκληρά.
Να γίνεις κάτι που δεν ήσουν. Να γίνεις όλα όσα ήθελαν να δουν.
Πως μπορείς να ξεχωρίζεις όταν πας να γίνεις ίδιος με άλλους τόσους;
Εγώ ξέρεις τι είδα;
Αν μπορούσα, έστω για λίγο να σου έδινα τα μάτια μου να δεις.
Να δεις μέσα από μένα. Να σε δεις καθαρά για μια φορά.
Να σε κοιτάξεις κατάματα και να δεις πόσο τυχερός είσαι που σε έχεις.
Να θαυμάσεις κάθε σου ταλέντο, κάθε σου ιδιότητα, κάθε μικρή ή μεγάλη ικανότητα.
Κάθε τι που σε κάνει ιδιαίτερο και εσύ θες να το ανταλλάξεις με το τυποποιημένο.
Θα σου έδινα το σώμα μου.
Μέσα από το δικό μου, να νιώσεις το δικό σου.
Να αγγίξεις με τα δάχτυλα μου, κάθε τι που θεωρείς ψεγάδι σου,
κάθε τι που θεωρώ υπέροχο σε εσένα.
Να φιλήσεις με τα χείλη μου κάθε σου καμπύλη, κάθε ουλή, κάθε σημάδι.
Κάθε τι που στα μάτια μου φαντάζει τέλεια γραμμένο πάνω σου.
Να σε ερωτευτείς όσο εγώ.
Να δεις με πόσα χρώματα, ζωγραφίζεις τον γκρίζο κόσμο μου.
Να έβλεπες τι σε κάνει πραγματικά χαρούμενο.
Να σταμάταγες να κυνηγάς σκιές που δεν είναι δικές σου.
Δεν έχω άλλα να σου πω και αν σε χαροποιεί. Κλείνω με αυτό.
«Σε ξεχώρισα». Από την πρώτη στιγμή σε ξεχώρισα.
Ξέρεις τι σε έκανε τόσο ξεχωριστό;
Η μοναδικότητα σου.
Είσαι ένα βιβλίο που ποτέ δε θα επανεκδοθεί.
Είσαι ένα πολύτιμο, μοναδικό πρωτότυπο που είχα τη τιμή να κρατήσω στα χέρια μου.
Μη δεχθείς να γίνεις κόπια.
Είσαι κάτι σπάνιο. Είμαι κάτι σπάνιο.
Τόσο τέλεια, ατελής.
Τόσο ανομοιόμορφα, ομοιόμορφοι.
Δεν είμαστε φυλλάδες μαζικής παραγωγής ούτε θα γίνουμε.
Comments are closed