Γράφει ο Γιώργος Χίτζιος
Αγαπητές φίλες, αγαπητοί φίλοι, σήμερα θα σας διηγηθώ την ιστορία ενός ζευγαριού, πολύ γνωστού στο πανελλήνιο.
Ενός ζευγαριού, άδικα παρεξηγημένου.
Έχουμε επικαλεστεί ουκ ολίγες φορές και τους δύο.
Τον άντρα με το επώνυμο του και τη γυναίκα με το όνομα της.
Συγκεκριμένα, τους επικαλούμαστε για όχι καλό λόγο. Ξεχωριστά για να αναφερθούμε υποτιμητικά σε κάποιον-α. Μαζί, για να ειρωνευτούμε και να υποτιμήσουμε, κάποιο γεγονός.
Πιο συγκεκριμένα ακόμη, επικαλούμαστε τα …απόκρυφα τους!
Θα μου πείτε: «Άσε μας ρε φίλε! Άλλη δουλειά δεν έχουμε, θα κάτσουμε να ασχολούμαστε με τα απόκρυφα ενός άντρα και μιας γυναίκας που αποτελούσαν ζευγάρι;»
Ναι φίλη και φίλε αξίζει να ασχοληθούμε για δύο λόγους:
Α. Προς αποκατάσταση του ονόματος τους
Β. Για να αναδειχτεί η αλήθεια των στίχων: «Ότι αρχίζει ωραίο, τελειώνει με πόνο…»
(Μουσική/Στίχοι: Σκορδίλης Σπύρος/ Ντάινα Λένα 1965)
Η ιστορία τους ξεκίνησε και εκτυλίχθηκε, την άνοιξη του όχι τόσο μακρινού έτους 1960 (Μόλις 62 χρόνια πέρασαν. Σιγά! Τί είναι 62 χρόνια; Μια σειρά από ταπεινά, λιωμένα κεράκια).
Αυτό το τελευταίο, δεν είναι δικό μου! Κλεμμένο! Είναι κάποιου ποιητή του οποίου το όνομα μου διαφεύγει τώρα, όμως θυμάμαι πως αυτό έχει σχέση με τη …βαφή (Ατυχές χιούμορ! Το ομολογώ! Γνωρίζω τον ποιητή και μάλιστα τον εκτιμώ απεριόριστα! Αγαπημένος!)
Σας παρακαλώ να μη με μαρτυρήσετε! Τζιιιιιιζ … Λογοκλοπή!
Που ‘χαμε μείνει; Α ναι! Στην αρχή της ιστορίας ενός μεγάλου έρωτα!
Την Άνοιξη λοιπόν του 1960, μαζί με τα λουλούδια, άνθιζε και ένας έρωτας.
Ένας έρωτας όμορφος, φλογερός, πορφυρός, σαν τα χωράφια τα έτοιμα για σπορά, και σαν τα ατελείωτα λιβάδια, όλα τους γεμάτα από άλικες παπαρούνες.
Τα φύλλα της καρδιάς τους, κάτω από το φως του ήλιου, άνοιγαν σαν τα πέταλα της παπαρούνας. Αυτός, τους χαμογελούσε πονηρά κλείνοντας τους το μάτι, αφού είχε καταλάβει τι παίζεται μεταξύ τους.
Η γύρη των στημόνων του, έπειτα από ένα μικρό ταξίδι, με τη βοήθεια του ανέμου των ερωτόλογων, συναντούσε το στίγμα του υπέρου της.
Τέλος με την Βιολογία, ας επικεντρωθώ στο θέμα μου!
Ζούσαν τον έρωτα τους πάνω σε ένα ροζ συννεφάκι. Όλα όμορφα, όλα ωραία.
Έλα όμως που λογάριαζαν χωρίς τον ξενοδόχο!
Και στην περίπτωση τους, οι ξενοδόχοι ήταν δύο. Ο αγρότης με το «άροτρο» του και ο ήλιος που στην συνέχεια,(καλοκαίρι γαρ), «έκαιγε» ασυγκράτητος.
Και οι δυο είχαν όνομα. Ο «αγρότης» το όνομα Μήτσος, εκδοροσφαγέας το επάγγελμα, και ο «ήλιος», το όνομα Ευλαμπία, μια εκπάγλου καλλονής νεαρά με …πονόδοντο στην ουρά του ΙΚΑ.
Νέα λογοκλοπή! Σςςςςςςς …Τσιμουδιά!
Ο αγρότης λοιπόν «ξεχέρσωσε» το χωράφι χρησιμοποιώντας το «άροτρο» του με ιδιαίτερη μαεστρία και της Ευλαμπίας της πέρασε ο «πονόδοντος» με τη βοήθεια του ειδήμονα οδοντίατρου.
Να μην τα πολυλογώ, όπως καταλάβατε με την παρέμβαση του εκδοροσφαγέα Μήτσου και της πονεμένης εκπάγλου καλλονής Ευλαμπίας, ένας μεγάλος έρωτας έλαβε τέλος!
Τώρα, του ενός, του …κουνιούνται για την άλλη, και η άλλη, το ….χτενίζει για τον άλλον!
Ό,τι ξεκίνησε όμορφα, τελείωσε με πόνο!
Για όσους καταλάβατε τα πρόσωπα της ιστορίας, έχει καλώς!
Για όσους δεν κατάλαβαν σε ποια πρόσωπα αναφέρεται η ιστορία, κυρίες και κύριοι να σας γνωρίσω τον κύριο Καράμπελα και την κυρία Χάιδω.
*- Η ιστορία του Καράμπελα και της Χάιδως αποτελεί προϊόν μυθοπλασίας.
– Όποιοι-ες αναγνωρίσατε τον εαυτό σας στην ιστορία, ας προσέχατε!
Comments are closed