Γράφει η Τζένη Ζάικου
Τί πιο τρομακτικό και ικανό να δημιουργήσει πανικό από την σκέψη της ανυπαρξίας; Της λήθης; Του γεγονότος πως ο χρόνος σου τελείωσε και ό, τι έζησες, έζησες;
Τι πιο τρομακτικό από το να συνειδητοποιήσεις κάτι τέτοιο για έναν δικό σου άνθρωπο;
Νόμιζα πως θα είχαμε κι άλλο χρόνο παππού.
Νόμιζα πως θα την παίζαμε αυτή την παρτίδα σκάκι.
Ανάθεμά με που δεν πίεσα τον εαυτό μου να έρθω να κάτσουμε αντικριστά και να παίξουμε μια τελευταία παρτίδα.
Να σε ρωτήσω για τα παιδικά σου χρόνια και τα εφηβικά σου.
Τι αποκόμισες τόσα χρόνια από τον έγγαμο βίο και πως σου φαίνονται τα παιδιά σου τώρα που μεγάλωσαν.
Να μιλήσουμε για όλα αυτά που έζησες και σε διαμόρφωσαν, αυτά που σου έκαναν εντύπωση και εκείνα τα «άλλα», που δεν θα ήθελες να ξαναζήσεις.
Νόμιζα πως είχαμε άπλετο χρόνο.
Ή μάλλον, ήξερα ότι δεν είχαμε.
Αυτά σου κάνει όμως η άρνηση.
Πέφτεις στην παγίδα με την θέλησή σου και δεν δέχεσαι τα στενά περιθώρια.
Και μετά νιώθεις μαλάκας που δεν έζησες και πήρες και τον άλλο στον λαιμό σου.
Μα πως να φανταστώ πως ο χρόνος στην κλεψύδρα σου τελείωσε;
Δεν συμβαίνουν σε μας αυτά, μόνο στους άλλους.
Καθώς σε κοιτάζω αυτή την έσχατη ώρα, δεν βιώνω τα συναισθήματα που περίμενα.
Νιώθω θαυμασμό και σεβασμό και περηφάνεια για σένα.
Για όλα όσα πέτυχες στη ζωή σου, με αποκορύφωμα την απίστευτη γενναιότητα που υπέδειξες.
Μας έβαλες όλους τα γυαλιά.
Μάλλον αυτή πρέπει να είναι η στάση ενός ανθρώπου που, παρόλο που βλέπει το τέλος να έρχεται, το δέχεται, αγκαλιάζει τη μοίρα του, ορθώνει το ανάστημά του και μας δίνει μία τελευταία γεύση από το τι άνθρωπος ήταν, είναι και θα είναι για πάντα.
Τώρα καταλαβαίνω αυτό που λένε: οι άνθρωποι που έχουν φύγει ζουν για πάντα μέσα από εμάς…
Θα ζεις για πάντα μέσα μου και θα μου δίνεις δύναμη.
Αντίο…