Γράφει ο Σάκης Χαλβαντζής.
Κάτι παλιώνει μέσα μου απόψε. Περνούν από μπροστά μου φευγαλέα όλες εκείνες οι γυμνές γυναίκες της ζωής μου. Κι είναι όλες τους χλωμές, συννεφιασμένες. Ξεθωριάζουν η μία μετά την άλλη. Στο τέλος μένεις μονάχα εσύ. Σχεδόν ασάλευτη. Εκεί στο τελευταίο ασπρόμαυρο καρέ..
«Τελείωσε, πήγαινε σπίτι σου.»
«ΕΣΥ είσαι το σπίτι ΜΟΥ..»
Τελείωσε λοιπόν.. Σήμερα η μετακόμιση. Εγκαταστάθηκα μονίμως (;) στο στριμωγμένο παρελθόν σου. Ούτως ή άλλως, ορισμένες φορές είναι αργά. Πραγματικά αργά για οτιδήποτε. Θυμώνω με τον εαυτό μου αλλά έτσι είναι. Όλες εκείνες οι μικρές πολύτιμες στιγμές μαζί σου, τα όνειρα και το πολλά υποσχόμενο “μετά”. Ένα “μετά” που δεν ήρθε ποτέ.
Νιώθω αποτυχημένος. Νιώθω μικρός, λίγος, τόσος δα απέναντί σου.
Δεν έχω δύναμη ούτε να σε μισήσω, δεν έχω δύναμη για τίποτε πια.. Ούτε καν να σου θυμώσω μπορώ. Απέμεινα μ’ένα μόνιμο παράπονο. Το χειρότερο όλων. Πίστευα πως ευτυχία είναι οι στιγμές που χανόμουν μες στα μαλλιά σου και παράλληλα έχανα τη ροή του χρόνου. Οι στιγμές που έδενα τα χέρια μου γύρω από τη μέση σου. Οι στιγμές που αγκάλιαζα κάθε χιλιοστό της μοναξιάς σου και ψιθύριζα «Είμαι εδώ! Μη φοβάσαι, είμαι εδώ!»
Εκείνες τις στιγμές λοιπόν, πραγματικά ένιωθα ότι οι αισθήσεις μου όλες, είχαν λόγο που υπήρχαν.
Εσύ ήσουν ο λόγος! Εσύ ΕΙΣΑΙ ο λόγος!
Τι κι αν ζήσαμε μονάχα για κείνο το “όσο”; Εκείνο το “όσο” που μπορεί να μην ορίζεται αλλά έθρεφε τις ζωές μας για όλες τις ημέρες και τις νύχτες που ήμασταν χώρια. Μη μου θυμώσεις αλλά.. τ’αγαπούσα πολύ τα “χώρια” μας. Τ’αγαπούσα γιατί ήξερα πως μετά από αυτά θα ερχόταν πάλι το ΜΑΖΙ!
Το μόνο, πραγματικά το μόνο που ήθελα, ήταν να μοιραζόμασταν τις νίκες μας. Και κάθε φορά που χάναμε, να “κουμπώναμε” ο ένας επάνω στον άλλο. Δίκαιη μοιρασιά, καθαρή! Πάντοτε όμως εσύ, με πετύχαινες στις μεγαλύτερες μου ήττες. Δεν ξέρω πώς τα κατάφερνες. Δεν ξέρω..
(Δάκρυα..)
Δεν είναι τίποτε, είμαι εντάξει.. Μη μου θυμώσεις..
Συνεχίζεται.. (;)