Γράφει η Μαρία Βουζουνεράκη
Εγώ που λες, μεγάλωνα και περίμενα αυτόν που θα σκοτώσει τους δράκους για μένα!
Κοίτα να δεις που η ζωή τα ‘φερε έτσι που το παραμύθι το ‘φερα και αυτό στα μέτρα μου και άρχισα να τους σκοτώνω εγώ για σένα!
Νόμιζα πως οι δράκοι των παραμυθιών πεθαίνουν, κάνουν και αυτοί τον κύκλο τους.
Άσε που περίμενα να σταματήσουν να εμφανίζονται καθώς μεγάλωνα.
Το στο καλό σκεφτόμουν, αφού πολέμησα με όλους και κοίτα τα κατάφερα.
Πόσο λάθος έκανα για άλλη μια φορά!
Γιατί, αυτοί που συνάντησα εκεί έξω, ήρθαν απλά να προετοιμάσουν το έδαφος. Και εγώ είχα πανηγυρίσει τσάμπα την νίκη μου.
Τι θέλει μια γυναίκα για να πει πως τα κατάφερε;
Να ζήσει ένα μεγάλο έρωτα, να κάνει οικογένεια, να έχει ανθρώπους να την αγαπούν και να την υπολογίζουν.
Σιγά μην είναι έτσι.
Σιγά μην η ψυχή χορταίνει με ασφάλεια και με δανεικά αισθήματα ανθρώπων που φοβούνται μην ξεβολευτούν. Όλα για το «φαίνεσθαι» και αυτή την ριμάδα την καταξίωση!
Την ποιά;
Ψάξε βρες την και γέμισε όσα σακιά μπορείς να σηκώσεις.
Άδειος και πάλι θα ‘σαι.
Περνούν τα χρόνια.
Και εγώ τα μετράω ανάποδα, από το τέλος που φαντάζομαι, προς τα πίσω.
Άσε που τρομάζω με αυτά που οραματίζομαι.
Δεν τρόμαξα με τους δράκους που έπρεπε να παλέψω για χάρη σου.
Όχι πως τους είχα υπολογίσει.
Κάθε πρωί, ξεφύτρωνε και ένας.
Τρόμαζα με το φως την μέρας, μην τυχόν και βρεθεί καινούργιος στο δρόμο μου.
Και ήταν πολλοί τελικά και πότε δεν κατάλαβα τι ήθελαν από μένα, μα είχαν κοινό στόχο!
Να με διώξουν από τα «χωράφια» τους.
Βλέπεις το έδαφος σου ήταν πρόσφορο και είχες πολλά να δώσεις ακόμα. Και εκείνες, γιατί για γυναίκες – δράκους μιλάμε, δεν ήθελαν να τα χάσουν.
Την πρώτη φορά το πήρα κατάκαρδα!
Άρχισα να αναζητώ την απειλή που ένιωθαν, μπας και καταλάβω.
Τη δεύτερη φορά εξοργίστηκα.
Μετά, εκεί που έχασα το μέτρημα, έβαλα κάτω τα «κουκιά» μου και άρχισα να τα μετράω.
Άρχισα να αναρωτιέμαι πως αφού τα δικά μου «κουκιά» δεν ήταν για το «χώμα» σου, αυτές γιατί ένιωθαν να απειλούνται.
Αργότερα κατάλαβα πως την απειλή την δημιούργησες εσύ.
Χωρίς να καταλάβω όμως ποτέ τι ευχαρίστηση έβρισκες σε αυτό.
Μετά, όλα ήταν καθαρά.
Έπρεπε να δείξεις σπουδαίος στα μάτια τους και ανεβάζοντας εμένα, μεγάλωνες και εσύ!
Τα χρόνια πέρασαν.
Και εγώ δεν σκοτώνω δράκους.
Άσε που τους λυπάμαι κιόλας!
Λυπάμαι και εμένα και εσένα.
Που πήραμε ότι πιο σπάνιο και το ισοπεδώσαμε.
Και τώρα, ψάχνουμε αφορμές να θάψουμε το «σπάνιο» γιατί πρέπει να συμβιβαστούμε.
Ξέρεις και οι δράκοι τελικά πεθαίνουν, όπως εμείς.
Είτε τους σκοτώνουν, είτε όχι.
Μα εγώ δεν περιμένω εσένα να παλέψεις μαζί τους για χάρη μου.
Σου ζητάω όμως να παλέψεις με τον εαυτό σου τώρα που δεν μπορείς να δώσεις, μα η ψυχή σου διψάει για το αντίθετο.
Γιατί αυτή, δεν γερνάει.
Και αν τρομάζεις με την εικόνα σου στο καθρέφτη καθώς περνούν τα χρόνια, ξεγύμνωσε τη ψυχή σου μπροστά του.
Εύχομαι να μην τρομάξεις, ούτε να ντραπείς.
Εγώ θα περιμένω την ώρα που θα το κάνεις..
Join the discussion