Γράφει η Ρούλα Παγιαλάκη
Έκανες κάθε δυνατή προσπάθεια για να με κρατήσεις στην ζωή σου.
Έτσι θεωρούσες.
Έκανες όμως ό,τι πέρναγε και από το χέρι σου, για να με βγάλεις από το μυαλό σου.
Σταμάτησες να πηγαίνεις όπου πηγαίναμε μαζί.
Δεν περπάτησες ξανά στους ίδιους δρόμους, στα ίδια σοκάκια.
Δεν ξαναδιάβασες τα ίδια ποιήματα, δεν ξανάκουσες τα ίδια τραγούδια.
Για σένα όλα ήταν πλέον μουσική, τίποτα στίχος.
Δεν κολύμπησες στις ίδιες θάλασσες ,δεν ταξίδεψες με ίδια πανιά.
Δεν ξαναέφαγες αυτά που τρώγαμε μαζί, ίσως άλλαξες τον καφέ σου και τις μικρές χαρακτηριστικές σου συνήθειες.
Την γεύση στο στόμα σου, το άρωμά σου, τον τρόπο που κοιτάς.
Έκαψες όλες τις φωτογραφίες, ακόμα αυτές που ήταν τυπωμένες στα μάτια σου.
Έσβησες όλα τα μηνύματά μου, τα ποιήματα που σου έγραφα και αυτά που μου έγραφες εσύ.
Σταμάτησες να ρωτάς τους κοινούς μας γνωστούς για το τι κάνω και πώς περνώ.
Ξέρω ρωτάς ακόμα.
Σταμάτησες να κοιμάσαι τα βράδια γιατί ήξερες θα ήμουν, εκεί στα όνειρα σου.
Έρχομαι.
Έκοψες κάθε γέφυρα επικοινωνίας ,γιατί έτσι πίστεψες θα ελευθερωθείς.
Δεν υπολόγισες την απουσία που κάνει κρότο.
Σταμάτησες να χαϊδεύεις με τον ίδιο τρόπο και να κάνεις όνειρα.
Έκρυψες όλα όσα με θυμίζουν σε ντουλάπια, σε υπόγεια, στην καρδιά σου.
Πίστεψες θα γλιτώσεις, θα ξεφύγεις, θα ξεχάσεις.
Η σκέψη που σε βασανίζει όμως ακόμα ζει.
Έχει όνομα και κυκλοφορεί δίπλα σου.
Από αυτήν δεν θα μπορέσεις ποτέ να απαλλαγείς.
Και ξέρεις γιατί;
Γιατί το ΑΝ όσο μικρό και αν είναι έχει δύναμη και πληγώνει.
Αφιερωμένο..