Γράφει η Γεώρα
Σε αγκάλιασα!
Απόρησες. Διστακτικά πέρασες τα χέρια σου γύρω μου. Έκλεισα τα μάτια μου και κύλισαν όλα τα δάκρυα με κάθε πόνο που είχα. Με έπιασες απαλά από τους ώμους και έφερες το πρόσωπό σου σε απόσταση αναπνοής από το δικό μου.
«Γιατί ;» είπες. «Για να θυμάμαι τον χαρακτήρα» σου απάντησα. Τον δικό σου! Και εσύ, να μάθεις τον δικό σου! Γιατί δεν τον ξέρεις. Εγώ σε ξέρω! Και παρ’ όλο που λες πως δεν αξίζεις εγώ είδα στον χαρακτήρα σου, αυτό που οι άλλοι προσπαθούσαν να θάψουν.
Είδα φως, μάτια μου! Είδα στοργή και τρυφερότητα!
Δεν είπες λέξη. Μονάχα συλλαβιστά, με μία δόση ενοχής πρόλαβες να πεις εκείνη την γαμημένη συγγνώμη που μου χρωστούσες. Σε αντιμετώπισα με τα ανθρώπινά μου, σου είπα. Φρόντισε και εσύ να θυμάσαι τον χαρακτήρα μου. Γιατί όλοι ήθελαν να πάρουν από εσένα. Εγώ όχι! Φρόντισε να με θυμάσαι!
Και χαθήκαμε!