Γράφει ο Τριστάνος
Πώς αγάπη μου άλλο σώμα να ακουμπήσω, αφού είσαι ο ναός μου; Με ευλάβεια μέσα σου ακούμπησα ό,τι πιο ιερό είχα στην ψυχή μου. Μια ζούγκλα αισθήσεων ο έρωτας μας, που αναδασώνει κάθε έρημο και ένας ποταμός ορμητικός που ποτίζει κάθε άγονη γη.
Το σώμα μου κατοικήθηκε από το δικό σου και όλα τ’ άλλα, εχθροί του είναι από δω και πέρα.
Πώς αλλά μάτια να κοιτάξω αγάπη μου, αφού χάθηκα για πάντα στις απέραντες λίμνες σου; Γιατί στο βλέμμα το δικό σου, βλέπω τ’ ολόγιομο φεγγάρι που με καλεί να γίνω ο καθρέπτης του. Είναι πηγή φωτός, που καταπίνει τα σκοτάδια μου και επιτρέπουν στη χαρά να διεισδύσει και οδηγός μου να γίνει στη ζωή.
Είναι ο μυστικός μου θησαυρός, που δύναμη μου δίνει να ξεριζώσω από μέσα μου, καθετί ψεύτικο που με ακούμπησε στο παρελθόν και φωτίζει μόνο ότι έχει αληθινή αξία στη ζωή.
Πώς άλλα χείλη να ακουμπήσω αγάπη μου, αφού είσαι η πνοή μου; Πομποί που φλέγονται σε κάθε ένωση μας, η απαρχή της ηδονής που τρέφει το κορμί μας!
Η δόνηση του έρωτα που σαν καταιγίδα ανεξέλεγκτη ξεσπάει, είναι η γλύκα των φιλιών σου. Η αχόρταγη ανάσα που παίρνω κάθε πρωί και η τελευταία γεύση, της κάθε μέρας που τελειώνει.
Πώς άλλα χέρια να κρατήσω αγάπη μου, αφού μόνο τα δικά σου μου δείχνουν το δρόμο; Σε κάθε κύμα που μας χτυπάει, μαζί ενώνονται και γίνονται σωσίβιο σωτήριο, για να επιπλεύσουμε στην δύσκολη καθημερινότητα.
Τα χέρια σου, που άγγιξαν το κορμί μου και σχήμα αγάπης του έδωσαν. Άπληστοι οι πόροι του δέρματος, μόνο τη φλόγα τους ζητούν, για να γεμίσουν ενέργεια και πόθο ανταριασμένο.
Πώς άλλη φωνή να νιώσω να ηχεί μες το μυαλό μου, αφού η δική σου μελωδία σαγήνευσε τις σκέψεις μου και αιχμάλωτο με κράτησε, σε μια φυλακή που ποτέ να δραπετεύσω δεν θέλω. Τόσες “σειρήνες” δοκίμασαν, γλυκά να με πλανέψουν, μα της καρδιάς μου τα πλήκτρα, απέτυχαν να “παίξουν”.
Οι λέξεις σου αντηχούν μέσα μου σαν εμβατήριο ελπίδας, που την κάθε παραφωνία εκτοπίζει και η λύπη γίνεται χαρά – τα σύννεφα, λιακάδα. Είναι η γαλήνη μου, η ερωτική θύελλα που με ξεσηκώνει και η λογική που με κατευθύνει.
Πώς άλλο όνομα να πω αγάπη μου; Αφού ξαναγεννήθηκα με το δικό σου! Θανάτωσα ό,τι με πίκρανε, όποιον με πρόδωσε και παραδόθηκα στο μαγικό μας ταξίδι.
Ένα ταξίδι που περιλαμβάνει μόνο εμάς τους δυο και θα γίνει ο καμβάς, που θα αποτυπώσουμε τον έρωτα μας και θα δώσουμε χρώμα στα όνειρα μας.
Διότι τελικά τα ομορφότερα ταξίδια, δεν περιλαμβάνουν τοποθεσίες, αλλά ανθρώπους.