Πώς γίναμε ξένοι εμείς οι δυο;
Γράφει η Κέλλυ Μπόζα.
Και εκεί που αποζητούσα κάθε λεπτό το άγγιγμα σου, έτσι ξαφνικά έφυγες σαν τοξική ουσία από μέσα μου.
Και εκεί που το άρωμα σου είχε ποτίσει το σώμα μου, είναι λες και βυθίστηκα σε βαθιά νερά και ξεπλύθηκα απο κάθε σταγόνα σου.
Η προσμονή και η λαχτάρα να σε δω δώσανε τη θέση τους στον πόθο να μην σε συναντήσω ούτε τυχαία.
“Είδες πόσο εύκολα γίνονται οι άνθρωποι ξένοι ;”
Και το χειρότερο δεν ειναι αυτό. Το χειρότερο είναι η συνειδητοποίηση του “πέρασες και δεν άγγιξες”. Που με μια λάθος συμπεριφορά ή καλύτερα με ΤΗΝ ΛΑΘΟΣ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ μηδένισες τόσο εύκολα ότι αισθάνθηκα για σένα. Και όλο αυτό μοιάζει με κοντέρ που όχι μόνο δεν σπάει αλλά φτάνει στο μηδέν.
Στο απόλυτο τίποτα, στην απαξίωση. Σκληρό ; Πιο σκληρό είναι να κάνεις τον άλλον να πιστεύει σε αυτά που λες. Σε λόγια που σκορπούν σαν τον καπνό από το αναμμένο σου τσιγάρο.
Κάηκες.
Έτσι ακριβώς σαν τσιγάρο. Το έχω ήδη αδειάσει το τασάκι. Στάχτες και γόπες είναι στα σκουπίδια. Εκεί πρέπει να είναι.
Και μην ανησυχείς, ούτε κλαίω, ούτε πονάω. Αντιθέτως χαμογελάω. Ξαφνικά αισθάνομαι τη θεά Τύχη στο πλάι μου που με πήρε απ το χέρι και με έσυρε μακριά σου.
Βαρέθηκα να περιμένω τις δικαιολογίες σου και ακόμη περισσότερο βαρέθηκα να κανω πως τις πιστευω.
Νομίζεις ότι κέρδισες το παιχνίδι; Σε γελάσανε! Χαμένος είναι αυτός που αφήνει την παρτίδα στη μέση. Και εγώ έπαιξα με ανοιχτά χαρτιά και χωρίς κρυμμένους άσσους στο μανίκι. Εσύ πάλι με δειλία και κρυφές ματιές.
Και όχι δεν θα σου πω καλή τύχη.
Καλή δύναμη θα σου πω στις αλήθειες που τόσο σε τρομάζουν.
LoveLetters