Γράφει ο Κώστας Ανδρεόπουλος
Και αν πιστεψες ότι θα σε κατανοήσει κάποιος, κάποτε, μες την πλάνη σου γυρνάς και κοιτάζεις στα κλεφτά με προσμονή αλλά και μάταια.
Ακόμα αν πιστεύεις πως έστω λίγο θα σε νιώσουν, διέλυσε το συννεφάκι σου και ξεκαβάλα από τον λήθαργο σου.
Εσύ, μπαινοβγαίνεις κάθε ώρα, κάθε μέρα, στο μυαλό σου. Εσύ, έρχεσαι αντικριστά με κάθε σκέψη, κάθε συμπέρασμα, κάθε σιωπηρή σου οδύνη. Εσύ, συνθέτεις βιώματα, ερεθίσματα και σκέψεις, παντρευοντάςτα με την αντίληψή σου.
Κάνεις δεν θα τα δει, πιθανώς να μην τα ακούσει, όσο και να τα εξηγείς, όσο και να τα αποτυπώνει στην ατμόσφαιρα με δάκρυα και αίμα.
Γιατί οι άνθρωποι στην πλειοψηφία τους δεν ακούν. Και αν κάνουν πως ακούν, είναι για λίγο πάλι, μέχρι να βρεθούν, μέχρι να σου κατεβάσουν μία γλώσσα ίσα με απέναντι, είτε για να σου κουνήσουνε το δάχτυλο επικριτικά, είτε για να σου αραδιάσουν την πρώτη συμπερασματικά μαλακία που σε δευτερόλεπτα μόλις, σκέφτηκαν και εκστόμισαν.
Και αν πέσεις και σε πονηρούς, ό,τι και αν πεις, τα βαθύτερα σου και αν μοιραστείς, θα κάνουν πως σε νιώθουν, θα κάνουν πως σε ακουν και ύστερα από κάμποσο, μπούμερανγκ θα στα πετάξουν αναμασημένα, παρερμηνευμένα, μασούρια και τσαλακωμένα.
Μόνοι μας ερχόμαστε, μόνοι μας σκεφτόμαστε, βιώνουμε, νιώθουμε και πονάμε. Μόνοι μας μονολογούμε, πότε σιωπηρά, πότε φωναχτά και πότε στον καθρέπτη.
Μόνοι μας τα αραδιάζουμε, τα χαϊδεύουμε, τα αναμοχλεύουμε, τα “ξεσκονίζουμε” και τα στιβάζουμε στη θέση τους και πάλι. Στο ενδότερο απάγκιο της ψυχής μας, που ίσως ποτέ κανείς να μη κατορθώσει και να ξεκλειδώσει.
Τα ανομολόγητα μας, εκείνος ο “θησαυρός” μας που θα μας πλακώνει εσαεί!
Join the discussion