Γράφει η Κική Γιοβανοπούλου
Υπάρχουν ξέρεις άνθρωποι, που τους βύθισαν σε βαθιά σκοτάδια, γεμάτα σιωπή και μοναξιά. Υπάρχουν άνθρωποι που τους φόρτωσαν στην πλάτη σταυρούς δυσανάλογους με το μέγεθός τους και κλήθηκαν ν’ ανέβουν κακοτράχαλους Γολγοθάδες. Υπάρχουν άνθρωποι που τους πέταξαν σε αρένες με αδηφάγα, αδυσώπητα θηρία και κλήθηκαν να επιβιώσουν. Και ξέρεις… κάποιοι τα κατάφεραν.
Ίσως πέρασαν ώρες, μέρες, μήνες, χρόνια κουλουριασμένοι σε σκοτεινές γωνίες περιμένοντας το θαύμα να συμβεί. Ίσως πέρασαν ώρες, μέρες, μήνες, χρόνια με μια ελπίδα να σιγοκαίει στην ψυχή τους, πως κάποιος θα τους σώσει. Μα ήρθε κάποια στιγμή, η στιγμή που κατάλαβαν πως η δύναμη κι ο σωτήρας τους, ήταν μόνο ο εαυτός τους. Ήρθε εκείνη η στιγμή, η στιγμή τους…
Δεν με τρομάζουν πια η μοναξιά και τα σκοτάδια. Μέσα τους βρήκα όσα κομμάτια μου έλειπαν. Μέσα τους ψηλάφισα τα λάθη και τις πληγές μου και τα γιάτρεψα. Μέσα τους θανατώθηκα κι αναστήθηκα, ξανά και ξανά. Έγιναν για μένα δάσκαλοι, συνοδοιπόροι και φίλοι, γιατί μέσα τους βρήκα τη δύναμη να πιστέψω σε μένα και να με αγαπήσω. Μου έδειξαν πόση δύναμη κρύβω στην ψυχή μου και μ’ έκαναν να καταλάβω πόσο αξίζει τελικά το φως, αυτό το φως που πάλεψα να κερδίσω, μα το κέρδισα.
Μην τα φοβάσαι τα σκοτάδια, μόνο εκεί θα βρεις τον πραγματικό εαυτό σου και θα καταλάβεις πόσο αξίζεις και πόσο αντέχεις. Μόνο εκεί θα μπορέσεις να ανακαλύψεις πόση ψυχή που δεν γνωρίζεις, βρίσκεται κρυμμένη στην ψυχή σου. Μόνο εκεί θα μπορέσεις να ανακαλύψεις πόσο φως μπορεί να κρύβεται στο μαύρο.
Δεν με τρομάζουν πια η μοναξιά και τα σκοτάδια, μέσα τους πέθανα, ξαναγεννήθηκα και μπόρεσα να βγω στο φως. Τα έχω αγαπήσει τα σκοτάδια μου σου λέω…