Γράφει η Βίκυ Πλευρίτη
Την άκουσα στον τρίτο όροφο που φώναζε!
Δεύτερη φορά σε δέκα μέρες. Γνώριζα πως ήταν χωρισμένη από τον γάμο της.
Όμως ήταν μέρα που τα παιδιά της έλειπαν και ήταν εκεί ο νέος της φίλος, εραστής; Γιατί σύντροφο δε θα μπορούσες να τον χαρακτηρίσεις.
Φώναζαν πάλι. Εκείνη πάλι προσπαθούσε να του εξηγήσει πως δεν τη νοιάστηκε, πως δεν ήταν εκεί όταν τον χρειάστηκε. Ύστερα από ώρα ακούστηκαν κραυγές από τη συνουσία τους και τριξίματα από το κρεβάτι , που για αυτά σιγοψιθύριζαν και την κατηγορούσαν στη γειτονιά.
Γιατί κορίτσι μου ταλαίπωρο, γιατί για άλλη μια φορά προσπαθείς να εξηγήσεις ότι θεωρείς αυτονόητο. Λες και δεν το πέρασες μια φορά με τον άντρα σου και δεν ξέρω αν και με άλλους. Δε θες πια κάτι πιο ήρεμο, που αυτονόητα ότι γυρεύει η ψυχούλα σου ο άλλος θα στο δίνει;
Φωνάζεις και δε σε κατηγορώ για αυτό, την ψυχούλα σου σκέφτομαι την ταλαιπωρημένη. Βέβαια μπορεί κάποιος να πει ότι έτσι ανάβουν τα αίματα, μα εγώ θα σου πω πως τα αίματα και οι πόθοι μπορούν να ανάψουν με πολλούς άλλους όμορφους τρόπους που δε θα σε ταράζουν. Ματιές να λάμπουν, χέρια να κρατούν σφιχτά, τηλέφωνα να χτυπούν πρώτου καν τα καλέσεις.
Ίσως έχεις μάθει σε αυτό το μοτίβο και σου είναι γνώριμο, μα με το να φωνάζεις και να εκρήγνυσαι, δε διεκδικείς τον εαυτό σου παρά μόνο φθείρεσαι. Όπως και να έχει, δεν το παίζω κάτι παραπάνω από ό,τι είσαι, παρά μόνο θέλω να γνωρίζεις πως τα έχω περάσει και εγώ και δεν αξίζει κούκλα μου. Το κουδούνι μου το ξέρεις.
Μια φίλη που δεν ξέρεις πως έχεις να μιλήσεις, από τον 1ο όροφο.