Γράφει η Δώρα Βλαχοπούλου
Και βρεθήκαμε μία ημέρα τυχαία. Μία στιγμή του χρόνου που όλα ήταν στον αέρα στη ζωή μου. Και έτσι τυχαία όπως γνωριστήκαμε, έτσι κάπως τυχαία ερωτευτήκαμε. Μάλλον, είμαστε από εκείνους που ξεκινάνε χαλαρά και καταλήγουν ερωτευμένοι στο μαζί. Και ενώ πίστευα ότι για να ερωτευτείς πρέπει να καίγεται κάτι μέσα σου, σα να βάζεις φωτιά σε παγόβουνο, όλα έγιναν τόσο φυσικά. Τόσο μοιραία.
Λες και από νεκρές ελπίδες, σηκώθηκε η ζωή και με αγκάλιασε.
Ήξερα και εγώ, η τιποτένια, δυο τρεις στίχους του Τάσου Λειβαδίτη και ένα -μόνο-γράμμα του Ελύτη και πίστεψα ότι γνώριζα να αγαπώ.
Μα τελικά η αληθινή αγάπη αρχίζει όταν δεν περιμένεις κάτι σε αντάλλαγμα. Όταν σε αυτόν εδώ τον κόσμο, τον μηδενιστικό, εσύ συνεχίζεις και εισπνέεις ρομάντζο και εκπνέεις έρωτα.
Και κάπως, έτσι τυχαία, όπως προείπαμε, ανάμεσα σε ανάσες και στίχους κυλά ο έρωτας. Χαλαρά και τυχαία.
Και αν τύχει και σε βρει στο δρόμο του, σε παρασέρνει σα χείμαρρος και δε προλαβαίνεις να σκεφτείς και να δράσεις. Και σε αφήνει στο δικό σου σταθμό, σε ένα λιμανάκι χαμογελαστό, που ξεκουμπώνει ένα ένα τα όνειρα σου και εσένα να ζεις την αγάπη που σου θυμίζει Καζαμπλάνκα…
“Γιατί ο κόσμος όταν τον μοιράζεσαι υπάρχει”
Comments are closed