Γράφει η Μαρία Κυπραίου
Τι είναι πιο επίπονο; Να απογοητεύεσαι ή να σιχαίνεσαι;
Όταν απογοητεύεσαι από τον άλλον πονάς όμως κάποια στιγμή αυτός ο πόνος περνάει. Τη θέση του παίρνει μια μικρή πίκρα που σταδιακά εξαφανίζεται. Ίσως να μείνει, όμως κάποια στιγμή απλά δεν υπάρχει. Κοιτάς τον άλλον στα μάτια μα δεν τον βλέπεις, σου μιλάει και δεν τον ακούς γιατί δεν έχεις διάθεση πια για αυτό. Δεν έχεις διάθεση να ακούς ότι έχει να σου πει.
Όταν όμως σιχαίνεσαι τον άλλον, πονάει. Γιατί σου έχει κάνει κάτι τόσο άσχημο που βαθιά μέσα σου δεν τον δικαιολογείς. Μέσα σου δεν μπορείς να χωνέψεις όλο αυτό. Έρχεται σαν χίμαιρα και παίρνει ότι καλό υπάρχει παραμάζωμα. Και τι μένει; Μια άδεια ψυχή, μια άδεια καρδιά. Και όταν σιχαίνεσαι τον άλλον κλαις, πονάς πολύ. Όταν σιχαίνεσαι έχεις απογοητευτεί πολύ. Δεν μπορείς να δεχτείς, ούτε να τον κοιτάξεις, ούτε καν να περάσει από τον απέναντι δρόμο. Σηκώνεις το χέρι και ρίχνεις και ένα φάσκελο. Ανοίγεις το στόμα και βγαίνει και μια βρισιά. Ναι, όταν σιχαίνεσαι τον άλλον πονάει πιο πολύ. Γιατί δεν μπορείς να αποβάλεις τα συναισθήματα σου. Δεν μπορείς να αντέξεις τον πόνο. Ζεις μαζί του και δεν περνάει εύκολα. Πονάς κάθε μέρα, άλλες περισσότερο και άλλες λιγότερο. Κλαις τα βράδια, για εσένα, για εκείνον, για όλα. Θυμάσαι τα πάντα. Δεν ξεχνάς ούτε λέξη και αυτό είναι που σε τελειώνει.
Για μένα πιο επίπονο είναι να σιχαίνεσαι τόσο πολύ τον άλλον που και μόνο στο άκουσμα του ονόματος του μέσα σου να πεθαίνεις λίγο λίγο.