Γράφει η Άννα Ζανιδάκη
Θέλετε να το πείτε αυτομαστίγωση, θέλετε να το πείτε αυτοτιμωρία, θα το δεχτώ όπως και να έχει και να είναι.
Στιγμή δεν περνά που να μη σκέφτομαι, θα πει κάποιος, που ένιωσε τη γη να φεύγει κάτω απ τα πόδια της, με την ανακοίνωση του χωρισμού τους.
Εγώ θα συμφωνήσω, πως όλα κάποια στιγμή τελειώνουν, πως το κάθε τι έχει τη δική του ημερομηνία λήξης.
Μα θέλω να δω να αντικρίσω εκείνο το πρόσωπο, που με κοιτούσε στα μάτια και ορκιζόταν αιώνια και παντοτινή αγάπη.
Εκείνη τη φατσούλα, που μακριά μου έλεγε δε ζούσε μα στα λόγια όλοι χτίζουμε ανώγια και κατώγια.
Εκείνη την καρδιά θα θελα να ξεριζώσω από μέσα μου και να την πετάξω, όπως πέταξε τη δική μου, στους κάλαθους των αχρήστων.
Σκέφτομαι, πονάω, μα συμμερίζομαι πολλά, αν τα βάλω σ άλλο πρίσμα και τα δώσω κι άλλη βαρύτητα.
Είναι τόσο απλό να πεις την αλήθεια, αλλά ξέροντας και τη συνέπειά της, βολεύεσαι σε ένα επικαλυμένο με μαγείας λόγια και πράξεις καμιά φορά ώστε όλα να πάρουν το δρόμο όπως θες και έχεις ορίσει.
Τι κι αν λεπτό δεν περνάει να σκέφτομαι, πάραυτα έχω βάλει τα δικά μου όρια και τέμνω τις δικές μου πορφυρές γραμμές, πένθους κι όχι σθένους και ορμής.
Έχω θάψει τα πάντα μέσα μου, έχω κάνει μνημόσυνο, αφήνοντας τα όμορφα να σκεπάζουν το μνήμα μιας αγάπης, που δεν ευόδωσε να ευδοκιμήσει στον Παράδεισό της που τόσο πάλευε να υπερισχύσει των φόβων και των παγερών δηλώσεων εκείνης της ψυχής.
Μιας ψυχής που ήθελε να φαίνεται ευάλωτη κι απ την άλλη να σχεδιάζει τα δικά της μελήματα, βολέματα και κυρίως τα δικά της πλάνα αποπλάνησης της αληθινής και ατοφιας άλλης ψυχής.
Τι να τα κάνω τα αισθήματα, όταν έχουν αποδειχθεί μάταια και οδυνηρές αποκαλύψεις μιας καλοστημένης παρτίδας, απολαβής λαφύρων, σάρκας και ψυχής, νου και καρδιάς;
Στιγμή δεν έπαψα θα πω, αλλά τώρα θα το αλλάξω το σύστημα επανεγραφής της μνήμης μου.
Θα πατήσω το delete σε όλα και για όλα, θα σβήσω με το αίμα της καρδιάς μου και θα αφήσω να φέγγει αχνά και ανεξίτηλα εκείνο το γιατί, που δε με τυραννάει τώρα πια, αφού είδα πόσο λίγος στάθηκε δίπλα μου.
Σκέψεις , αποφάσεις ατόμων που γεύτηκαν το πικρό ποτήρι της ανυπαρξίας αντρίκιου φιλότιμου μεν, αλλά τους έχουν κηρύξει λιποτάκτες ανθρωπισμού τους δε!
Comments are closed