Γράφει η Φύλλις Γκούστη
Μια ζωή σκεφτόσουν πώς να είσαι καλός.
Πώς να παραμένεις καλός.
Πώς την ταμπέλα του καλού να μην χάνεις.
Μια ζωή σκεφτόσουν πως είναι καλύτερα – και καλά- με ανωτερότητα να απομακρύνεσαι.
Μια ζωή χαμένη στα ακροδάχτυλα, στις μύτες των ποδιών μη και κάνοντας λίγη φασαρία τους ξυπνήσεις από τον λήθαργο και επίθεση σου κάνουν και αναγκαστείς να παλέψεις, κακός να γίνεις και να χάσεις τον τίτλο του καλού.
Κι ύστερα; Ύστερα τί;
Βρίσκεσαι να υπομένεις την κάθε παραξενιά, το κάθε μανατζεριλίκι που σου πετάνε, την κάθε αγενή συμπεριφορά, μόνο και μόνο για να μην κακοχαρακτηριστείς.
Μεγάλη απόσταση η ευγένεια από την παθητικότητα έχω να σου πω.
Μεγάλη απόσταση η ευγένεια από την ανεκτικότητα, όπως και εξίσου μεγάλη απόσταση η ταμπέλα του καλού παιδιού με του δίκαιου παιδιού.
Γιατί έρχεται μια στιγμή (γιατί σε στιγμούλες έρχονται οι μεγάλες συνειδητοποιήσεις)
που σου’ ρχεται κατακούτελα όλη η ανεκτικότητα – παθητικότητα – καλοσύνη και σε χτυπά από παντού.
Μάθημα γίνεται και σε ταράζει, σε ξεκουνάει, την ησυχία σου χαλάει, μέχρι που μαθαίνεις πια να μπαίνεις στο ρινγκ των επιθυμιών σου και να παλεύεις για αυτές.
Να μάχεσαι για τα θέλω σου και τους ανθρώπους σου, να ρισκάρεις τίτλους, ταμπέλες και ηρεμίες για κείνη την ανώτερη, την ψυχική ηρεμία, που άπαξ και την βρεις, φλερτάρεις με την ευτυχία για την υπόλοιπη ζωή σου, άπαξ και την βρεις, δεν σε νοιάζει πόσοι, κακό παιδί σε χαρακτηρίζουν.
Κακό παιδί, όχι γιατί φταις απαραίτητα.
Μα τους ξεβόλεψες.
Από τον θρόνο τους έβγαλες.
Για να τους κάνεις κακό φυσικά και όχι γιατί ξύπνησες.
Όχι γιατί έχεις δικαίωμα να ξυπνήσεις.
Και σίγουρα όχι γιατί διεκδικώντας αυτά που δικαίως σου αναλογούν δυστυχώς, χαλάς τον ύπνο τους.
Γιατί μεταξύ μας, είναι υπέροχο να κοιμάσαι και να τους περνάς για πρόβατα.
Τί γίνεται όμως, όταν εκεί που πρόβατο σε νόμιζαν, λιοντάρι μέσα σε κοπάδι ξυπνάς;
Από εκείνα τα λιοντάρια που στόχο τους, δεν έχουν να κάνουν επίθεση και να ξεσκίσουν κανέναν, μα να υπερασπιστούν πια για τα καλά τα κεκτημένα τους.
Με οποιοδήποτε κόστος.
Όχι για να κάνουν κακό, μα για να κάνουν επιτέλους έστω και αργά, καλό στους εαυτούς τους.
Και σαν άργησαν τόσα χρόνια, ένα είναι σίγουρο.
Πίσω, στην παθητικότητα και στην θυματοποίηση δεν ξαναγυρίζουν.
Γιατί τον βίωσαν τον βουβό τον πόνο της κρυψώνας.
Και δεν έχει άλλο σαν αυτόν.
Τους τέλειωσε.
Και πια, ούτε δικαιολογία έχουν.
Σαν δεις άνθρωπο που νόμιζες για πρόβατο νωχελικά ξαφνικά να τεντώνεται, ετοιμάσου για αλλαγές.
Αλλαγές που θα φέρουν νέα καθεστώτα.