Γράφει η Βασιλική Κοτλίτσα
Μια ατέλειωτη φυγή είμαι, ένα όνειρο γεμάτο εφιάλτες, και ένα γράμμα χωρίς αποστολέα.
Δυο λέξεις κενές, και ένα αντίο που έρχεται πάντα να με βρει, όπως εκείνο το τελευταίο. Ακούστηκε δυνατά και έφτασε ως τη ψυχή μου. Στο τέλος όμως έμεινε νεκρό.
Ήταν αυτό που ήθελα να ακούσω ή όχι;
Ήταν αλήθεια μες το ψέμα μου ή ήταν το ψέμα μέσα στην αλήθεια μου;
Ότι και να ήταν πάει, τελείωσε.
Πριν το τέλος όμως κράτησε πολύ.
Τον αγάπησα και με αγάπησε..
Τον ερωτεύτηκα αλλά εκείνος επέμενε στην αγάπη.
Τον διεκδίκησα και με άφησε να φύγω.
Επέμενα και με έδιωχνε μακριά.
Το ζούσα και με παρότρυνε σε ένα παιχνίδι που ήταν για έναν ,και εγώ χωρίς αντίπαλο δυσκολευόμουν.
Φυλακίστηκα στα δίχτυα του , προτού καν τα απλώσει, μέχρι που με πρόδωσε και έκανα και εγώ το ίδιο.
Μέχρι που με άφησε και έτρεξα μακριά.
Μέχρι που είπε το αντίο και το δέχτηκα.
Μέχρι που ήρθε το τέλος, και όλα συνέχιζαν κανονικά σα να μην υπήρξε ποτέ.
Έρωτας χωρίς ελπίδα ήτανε από την αρχή, τελικά. Ένα αύριο σα μια κρύα φυλακή, και δυο σώματα χωρίς πυξίδα που ψάχνανε πάντα μια μικρή γωνιά για να κρυφτούν.