Γράφει η Πράξια Αρέστη
Θέλω μία μεγάλη φυγή μαζί σου, όμως έχω εγκλωβιστεί προσπαθώντας να πραγματοποιήσω τα όνειρά μου, που δεν ξέρω καν αν θα με κάνουν τελικά ευτυχισμένη.
Είναι φορές που θέλω να αποδράσω, να κάνω ένα μεγάλο διάλειμμα από τη ρουτίνα και το σκρολάρισμα, όμως, πρώτα ξέρω ότι για να το καταφέρω πρέπει να δουλέψω σκληρά. Να μην τα παρατήσω.
Δεν άφησα τίποτα να με νικήσει, να με κλονίσει, να με βγάλει εκτός σχεδίου και τελικά τα κατάφερε ο έρωτας. Τα κατάφερες εσύ. Μέσα στα μάτια και στην αγκαλιά σου βλέπω ατέλειωτες βόλτες στο δρόμο, βλέπω θάλασσες, βουνά, ηλιοβασιλέματα. Τις ονειρεύομαι, σχεδόν τις ζω τις φυγές μας. Και ο χρόνος κυλάει με ένα “σχεδόν” να με κατατρέχει. Σχεδόν τα καταφέραμε.
Όμως, αυτό το “σχεδόν” μου δείχνει όλα όσα θα μπορούσαμε να είχαμε την ίδια στιγμή που μου είναι υπεραρκετό για να σ’ αγαπώ. Έλα και τάραξέ μου τα νερά κι ας μην πάμε μακριά. Θα ταξιδέψω μες τα μάτια σου. Έλα και χάλασέ μου το πρόγραμμα, άγχωσέ με, εκνεύρισέ με που μένεις πάντα τελευταία στιγμή. Έλα όπως είσαι εσύ.
Να με αιφνιδιάζεις εκεί που νομίζω ότι πάλι με ξέχασες. Να μου θυμίζεις πώς είναι να νιώθεις. Πώς είναι να είσαι ευτυχισμένος στο τώρα χωρίς να χρειάζεσαι τίποτα άλλο, χωρίς να σκέφτεσαι ταξίδια και φυγές. Έλα και απέδειξε μου ξανά πώς ένας άνθρωπος είναι αρκετός να κάνει τον κόσμο να μοιάζει καλύτερο. Κρατάς στα χέρια σου το μαγικό κλειδί και με ξεκλειδώνεις.
Με χαλαρώνεις, με ανοίγεις κι ας είμαι μπροστά σου ευάλωτη και εκτεθειμένη. Ίσως αυτή η αγωνία να με γεμίζει ενέργεια, το να μην ξέρω έτσι όπως στέκομαι γυμνή μπροστά σου κάθε φορά τι θα επιλέξεις. Θα με σκοτώσεις ή θα με αγαπήσεις;
Εσύ, αγάπη μου, κρύβεις μέσα σου τις ίδιες φυγές με μένα. Μόνο που δεν ξέρω αν θέλεις να τις κάνεις μαζί μου ή μακριά από μένα. Πάρε το χέρι μου και κρατά το σφιχτά όποτε θες να δώσεις το σύνθημα και φύγαμε για μουσικές, χορούς, σεξ, μεθύσια, θάλασσες και σφραγιστές, τα ξημερώματα, αγκαλιές, κοιτάζοντας τα φώτα της πόλης.