Γράφει η Κική Γ.
Καθισμένη εκεί που κυριολεκτικά σκάει το κύμα, το μυαλό ξεφεύγει. Τα κύματα με απίστευτη μανία συνεχίζουν να εναλλάσσονται και ξεπλένουν στο διάβα τους και καθαρίζουν και αφανίζουν τα πάντα. Καθαρίζουν τη σκέψη, αφυπνίζουν το μυαλό και σ αφήνουν να ταξιδέψεις. Εκεί που ο νους μπερδεύει το όνειρο με το πραγματικό και αφήνεται.
Ο ήλιος ρίχνει απλόχερα τις ακτίνες του και μια λάβα καίει το σώμα. Η θάλασσα όμως παίρνει την κάψα και με το δικό της μοναδικό τρόπο την απαλύνει και δίνει μια γεύση αλμυρή στο σώμα, που εκεί λες και παραδίδεται να το παρασύρουν τα κύματα.
Στη ζωή που θα θελε ο καθένας να ζήσει. Το μυαλό παραμυθιάζεται τόσο εύκολα και δύσκολα επιστρέφει στην αλήθεια. Ακούει για έρωτα, αγάπη, βοήθεια, αλληλεγγύη,εν συναίσθηση. Ακούει και δημιουργεί ιστορίες. Τρέφεται και προχωρά τη ζωή παραπέρα. Αποζητά όσα του λείπουν και βολεύεται με τις ψευδαισθήσεις που του δημιουργούν οι συνθήκες. Μαλακώνει, αναθεωρεί συμπεριφορές, εκφράσεις και ενέργειες.
Αποκοιμάται με χαμόγελο και θεωρεί πως ζει αυτό που λέγεται ευτυχία. Συναντά ανθρώπους που θα ήθελε ιδανικά και μάλιστα στη σωστή χρονική στιγμή. Χωρίς το σωστό χρόνο όλα μοιάζουν μάταια και ανούσια. Αυτός φέρνει και παίρνει βίαια πράγματα και ανθρώπους. Μένουν μόνο οι αναμνήσεις και αναβιώνουν εικόνες.
Όλοι έχουμε δημιουργήσει και σκηνοθετήσει τη δική μας ταινία. Όλοι θέλουμε το πρωταγωνιστικό ρόλο και όλοι αποζητούμε τους συμπρωταγωνιστές και τους κομπάρσους. Αυτούς που απλά και διεκπεραιωτικά υπακούουν και μας βοηθάνε να φτάσουμε στο τέλος του δικού μας έργου. Όπως ο καθένας το φαντάζεται.
Όσο προχωράει προς το τέλος, αισθάνεται πολύ πιο ώριμος στο ρόλο του και αποφασίζει ποιους ανθρώπους θα ήθελε να είχε γνωρίσει από νωρίς στη ζωή του, ποιους από κάποια ηλικία και μετά και ποιους ποτε. Όλοι άφησαν τη σφραγίδα τους μικρή η μεγάλη, η κάποιο αποτύπωμα με κάποιο τρόπο, στο μυαλό και στη καρδιά.
Άλλοι τον έκαναν να θέλει να ζήσει αιώνια και άλλοι να πεθάνει πριν την ώρα του. Κανένας ήλιος, θάλασσα και κανένα κοκτέιλ φαρμάκων δεν επουλώνουν αυτά τα τραύματα του. Τα κουβαλά ,τα σέρνει στην κυριολεξία και αγκομαχά.
Μακάρι για τον καθένα να είναι λίγα και μακάρι καθώς κρύβεται ο ήλιος και αχνοφαίνεται το φεγγάρι, ο άνθρωπος να ξαναγεννηθεί από τις στάχτες του και να Καλημερίσει τη νέα μέρα με ελπίδα, δύναμη και γαλήνη. Αυτή, της ήρεμης θάλασσας που απλά νιώθεις να σ ακουμπά και να σε δροσίζει. Ένα ευγενικό αγέρι σου χτυπά την πλάτη και σε ξυπνά να συνεχίσεις.
Έχεις δύναμη και μπορείς. Άνθρωπος είσαι. Ξέρεις εσύ. Μπορείς να παλέψεις τα πάντα αφού πρώτα παλέψεις και δαμάσεις τον εαυτό σου. Προχώρα. Η καλή αύρα της θάλασσας θα σ’ ακολουθεί και ο ήλιος θα φωτίζει το μονοπάτι σου.