Γράφει ο Γιώργος Καραγεώργος
Να τους παρατηρείς καλά τους τρελούς!
Έχουν πολλά να σου διδάξουν, μην τους περνάς στο ντούκου, είναι σαν τα κρυφά σχολειά.
Έχουν το μάτι τους γυαλιστερό κι υγραμένο.
Έχουν τις φλέβες τους ανάγλυφες στο δέρμα.
Έχουν τα χέρια ανοιχτά και τεντωμένα.
Κρύβουν μια απόκοσμη χαρά, πίσω απ΄ τις φανερές μελαγχολίες τους.
Κάνουν ταξίδια μακρινά και μαγικά κι ας μην σαλεύουν ρούπι.
Μιλούνε μονοί τους, γιατί τους είναι αδύνατον να πρέπει να σωπάσουν.
Έχουν πληγές παράσημα στο σώμα, οι τρελοί.
Λένε τραγούδια αλλόκοτα, που τα γράφουν και τα ψέλνουν μοναχοί τους.
Χορεύουνε ατσούμπαλα, σε ένα ρυθμό κατά δικό τους.
Στρίβουνε και τα καπνίζουνε άφιλτρα τα όνειρα, πρώτα να μπούνε μέσα τους κι ύστερα να απλωθούν στον ουρανό, να πάνε ολούθε, σαν παιδικά μπαλόνια που έχουνε δραπετεύσει.
Τα ουρλιάζουνε τα θέλω τους, σιγά μην τα φιμώσουν…
Τα πρέπει αποτεφρώνουνε και τα σκορπούν σε ωκεανούς, μη και γυρίσουν πίσω.
Το στύβουν το μυαλό τους και πίνουνε το απόσταγμα, για να μεθούν τα βράδια.
Πέφτουν μέσα στις θάλασσες και τους βυθούς κοιτάνε, κλέβουν την ηρεμία τους, για να την πάνε σπίτι.
Φιλιώνουν πάντα με φωτιές και καίγονται απ΄ τα πάθη.
Ποντάρουνε τα ρέστα τους, μονάχα στο απίθανο κι αν τύχει και τα χάσουνε, γελούν με την ψυχή τους.
Λατρεύουν τα λεύτερα πουλιά, γιατί κι αυτά πετάνε.
Στα παραμύθια αφήνονται και ψάχνουν για νεράιδες κι όταν τις βρουν βγάζουν σπαθιά, για να τις προστατέψουν.
Κρατάνε το μολύβι τους κι αποτυπώνουν λέξεις, που στην αρχή έχουν χρώμα μολυβί κι ύστερα ουράνια τόξα.
Τις νύχτες πέφτουν σε κενά, σχεδόν αυτοκτονούνε, μα το πρωί οι μπαγάσηδες, ξαναγεννιούνται πάλι.
Έχουν δικό του Θεό σου λέω οι τρελοί, που δεν κουβαλάει σταυρό, κουβαλάει μονάχα μια ανάσταση.
Πιστεύουνε στο έρωτα, στην γύμνια των ψυχών και στων κορμιών το αντάμωμα κι όταν κοιτάς το βλέμμα τους, είναι πυρακτωμένο.
Μα, δεν σου είπα το καλύτερο!
Κάθε φορά που για την αγάπη σου μιλούν, δεν είναι πλέον άνθρωποι, θαρρείς πως βλέπεις ήλιους.
Να τους παρατηρείς προσεχτικά τους παλαβούς.
Να μην τους προσπερνάς έτσι απλά τους παλαβούς, είναι σαν τα κρυφά σχολειά, που απ’ έξω είναι σκοτεινά και μέσα φωτισμένα.
Τους λογικούς, άστους στους τάφους τους!