Γράφει ο Άγγελος Μοναχικός
Λέρωσα τα χέρια μου με το μελάνι της καρδιάς μου.
Τσαλακωμένες λέξεις πάνω στο χαρτί ατίμαζαν ότι γεννιόταν.
Σε ποιο λευκό χαρτί να ξεπλύνω τις σκέψεις μου, με τι χρώμα μελάνι να ανακουφιστώ.
Χάνω την μορφή μου κάθε χάραμα και ψάχνω να με βρω δίχως ίχνη.
Ντύνομαι πολεμιστής που κατακτά ορίζοντες ονείρων αλλά το δικό μου ακόμα άπιαστο, σαν λευκή κόλλα χαρτί που βαραίνει και δεν γράφει τίποτα.
Μόνο η προσμονή μπορεί να αναγνώσει το ακόμα για μένα άπιαστο όνειρο.
Μα κι εκείνη αργεί να έρθει.
Παρτέρια ανθοστόλιστα εγώ θα ζωγραφίσω, σε θάλασσες ηλιόλουστες και θα ξαν’ αγαπήσω.
Εμένα που ανώδυνα δικάζω με μανία, και της αγάπης τα φιλιά δε δίνω σε καμία.
Ένα ποτήρι με καημό θα πίνω στην υγειά μου, και θα φυλώ στο στέρνο μου μονάχα τα όνειρά μου.
Ένα ποτήρι με καημό θα πίνω στην υγειά μου, και θα φυλώ στο στέρνο μου μονάχα τα όνειρά μου.
Αυτά που δολοφόνησα όσο εκλιπαρούσα, μα μόνο εμένα σκότωνα γιατί με αγαπούσα.
Αξίζει να αγαπήσουμε πρώτα εμάς και μετά να μοιράσουμε αυτό που νιώθουμε στην παρόρμηση των συναισθημάτων μας.
Όλα με προσμονή και μέσα στην δική μου Εσύ.
Η μόνη που θα διαβάσεις το άπιαστο όνειρό μου.
Όλοι γεννηθήκαμε αμαθείς και σας ευχαριστώ που με μαθαίνετε.
Όλα με προσμονή και μέσα στην δική μου Εσύ.
Η μόνη που θα διαβάσεις το άπιαστο όνειρό μου.
Όλοι γεννηθήκαμε αμαθείς και σας ευχαριστώ που με μαθαίνετε.
Join the discussion