Γράφει ο Αλέξανδρος Χωριανούδης.
Ερωτεύτηκα το σκοτάδι μέσα της και το φως γύρω της.
Την παρανοϊκή ηρεμία της και την υπομονή της όταν όλα γύρω της γκρεμίζονταν.
Εκείνη τη φωνή της, χαμηλόφωνα αποφασισμένη να ισορροπεί σε ένα σκοινί κι εκεί που νόμιζες πως θα πέσει, θα σπάσει σε χίλια κομμάτια, εκείνη να συνεχίζει να περπατά.
Αγέρωχα. Χωρίς ποτέ να έρπει.
Ερωτεύτηκα το χάος της που νόμιζε πως επιμελώς μπορούσε να κρύβει, τις ανασφάλειές της που την έκαναν άλλοτε παγωμένη κι άλλοτε ευάλωτη.
Κι εκείνη η μυρωδιά στα μαλλιά της, εκείνο το γιασεμί που ήταν σαν να το φορούσε στεφάνι πάνω από τα λυτά της μαλλιά.
Ερωτεύτηκα το μυαλό της που άθελά της, επιδείκνυε μέσα από σιωπές και λόγια μετρημένα.
Ερωτεύτηκα τον τρόπο που γύρισε και μου είπε ξαφνικά ένα “μου έλειψες” και μια συγγνώμη.
Ερωτεύτηκα τον τρόπο που άρχισε να κυλάει μέσα μου σιγά σιγά, χωρίς να προκαλεί τρικυμία.
Ερωτεύτηκα εκείνη και τον τρόπο που με έκανε να χαμογελάω, για πάρτη της.
Ερωτεύτηκα το γέλιο της, την παιδικότητά της, όλα εκείνα που θέλησα να γίνω για εκείνη..
Σε ερωτεύτηκα.