Γράφει η Αμάντα Παναγιώτου
Εγώ εσένα θέλω, εγώ τον βρήκα τον άνθρωπο μου, είναι αυτός που με ηρεμεί αλλά ταυτόχρονα με κάνει και φονιά.
Είναι κρύα πόδια μπερδεμένα κάτω από παπλώματα.
Είναι φωνές και χτυπήματα στις πόρτες.
Είναι χαμόγελα αληθινά.
Είναι λόγια από καρδιάς.
Είναι βλέμματα ζεστασιάς.
Σηκώνω τα χέρια ψηλά, παραδίνομαι γιατί ξέρω ότι δεν είμαι και ο πιο νορμάλ άνθρωπος που θα μπορούσες να έχεις στη ζωή σου αλλά αφού εμένα σου έλαχε να αγαπήσεις είμαστε σύμφωνοι ότι μαζί θα παλεύουμε καθημερινά με τα κύματα.
Πριν έξι χρόνια θα έβαζα το χέρι μου στη φωτιά ότι δε θα αντέξουμε ούτε έξι μήνες.
Διαψεύσθηκα πανηγυρικά.
Σήμερα έξι χρόνια μετά κλαίω και γελάω πολύ για όλα όσα έχουμε περάσει.
Τρομάζω με τα τόσα χρόνια αλλά καθησυχάζομαι για αυτή την ασφάλεια της αγκαλιάς.
Ευγνωμονώ τον όποιο σε έστειλε στη ζωή μου και θαυμάζω όσα έχουμε καταφέρει.
Ευχαριστώ που είσαι δίπλα μου πάντα, ευχαριστώ που κατσουφιάζεις χαμογελώντας για να μη με κάνεις να κλάψω.
Ευχαριστώ για όσα έχεις αντέξει και για την απέραντη υπομονή σου απέναντι σε μια τρελή, κυκλοθυμική, νευρική κοκ.
Σε αγαπάω πολύ για όσα έχουμε ζήσει και για άλλα τόσα που είναι μπροστά μας.
Είναι εγώ και εσύ και δε μοιάζει με κανέναν.